Ορος που δηλώνει ότι το φαγητό μαγειρεύτικε σύμφωνα με τη κουζίνα των Βάσκων. Περιέχει ντομάτες, καυτερές πιπεριές.
Basquaise
ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ
- Σάλτσα Supreme
- A l' Africaine
- A l' Algerienne
- A l' Anversoise
- A l' Orientale
- A la Basqquaise
- A la Beauharnais
- A la Biarrotte
- A la Boulangere
- A la bourguignonne
- A la Brabanconne
- A la Bretonne
- a la cart
- A la Catalane
- A la Chilienne
- A la Conti
- A la Cussy
- A la favourite
- A la Fermiere
- A la Forestiere
- A la Hongroise
- A la Jardiniere
- A la Languedocienne
- A la Limousine
- A la Lyonnaise
- A la Maraichere
- A la Marocaine
- A la Parisienne
- A la Portugaise
- A la Printaniere
- A la Romaine
- A la Tyrolienne
- A la Valenciennes
- A point
- Agnellotti
- Al dente
- Ale
- Amande de mer
- Anchoiade
- Aperitif
- Bacon
- Baked Alaska
- Ballotine
- Baron
- Basquaise
- Bavaroise
- Bearnaise
- Beignet
- Belle Helene
- Beluga caviar
- Bien cuit
- Black pudding
- Boxty
- Bric
- Brioche
- Brouschettes
- Brunoise
- Brunswick salad
- Bugatini
- Caesar's salad
- Calissons
- Campanelle
- Cannelloni
- Cappelleti
- Casareccia
- Celeriac
- Celery
- Cepes
- Chablis
- Chanterelle
- Chantilly
- Chapatti
- Charlotte
- Chateaubriand
- Chemizer
- Chicory
- Chiffonnade
- Chilli
- Chilli sauce
- Chinois
- Chipolata
- Choucroute
- Choux
- chutney
- Ciboulette
- Civet
- Cointreau
- Conchglie
- Conchglie
- Coquilles Saint Jack
- Creme brule
- Danablu
- Dauphinoise
- Deglacer
- Demi sel
- Dijonais
- Dip
- Du cru
- Farfalle
- Fenalar
- Fettuccini
- Feuilletage
- Fish balls
- Flageolet
- Flan
- Florentine
- Focaccia
- Fois gras
- Fond
- Fontina
- Fortune cookies
- Frangipani
- Fricassee
- Fritot
- Frittata
- Fumet
- Fusili con buco
- Fusilli
- Gateau Saint Jack
- Genovesini
- Ginger
- Goujon
- Gravlax
- Gravy
- Green Goddess
- Hachis parmentier
- Harissa
- Harvey sauce
- High tea
- Hot dog
- iceberg
- Icing
- Jambalaya
- Jambon
- Kaνελέ
- Kirsch
- Ladyfingers
- Liaison
- Linzetorte
- Mafalde
- Mirepoix
- Mixed grill
- Mousse
- Mozartkugeln
- Mαρινάδα
- Mαρινάδα
- Nidi
- Norwegian omelette
- Osietra caviar
- Paesana
- Panade
- pancake
- Panetone
- Panzanella
- Paprika
- Paris-Brest
- Pate braise
- Pate de choux
- Paupiette
- Peach Melba
- Penne
- Perigord truffle
- Persillade
- Petit four
- Philadelphia
- Picalilli
- Picanha
- Picanha
- Pommes dauphine
- Pop corn
- Porridge
- Pot au feu
- Pot au feu
- Poulieze
- Poutaneska
- Pre sale
- Profiterole
- Prosciutto
- Ptized black truffle
- Pumpernickel
- Quenelles
- Radiatori
- Radicchio
- Ragout
- Ratatouille
- Ravioli
- Reblochon
- Ricotta
- Rissole
- Robusta
- Roquefort
- Rosette
- Rouille
- Roux
- Saffron
- Sally Lunn
- Saltimbocca
- Sambals
- Sambuca
- Samosas
- Sangria
- Sashimi
- Saucisse
- Sauternes
- Savarin
- Seviche
- Sevruga caviar
- Shortbread
- Sorbet
- Soy sauce
- Sponge cake
- Strudel
- Subric
- Sukiyaki
- Sur la plat
- Sushi
- Syllabub
- Tabasco sauce
- Tabbuleh
- Table d'hote
- Tapas
- Tapenade
- Tarok
- Tart tatin
- Tartare
- Teriyaki
- Terrine
- Tiramisu
- Tortellini
- Tortillas
- Tourner
- Trifola
- Trinity
- Truffle
- V.Q.P.R.D.
- Waldorf salad
- White truffle
- White truffle
- Α λ' αλσασιέν
- Α λα
- Α λα αματριτσιάνα
- Α λα γκρέκ
- Α λα λυοναίζ
- Α λα μενιέρ
- Α λα πρινσές
- Α λα προβενσάλ
- Αmuse-bouche
- Αβγοτάραχο
- Αγγλικές μουστάρδες
- Αγιάδα
- Αγιολί
- Αγκάρ
- Αγουαρδιέττε
- Αγουρο κρασί
- Αγριόπρασο
- Αεριούχα κρασιά
- Ακανές
- Ακροκώλιο
- Ακτινίδιο
- Αλ ντέντε
- Αλ' αθενιέν
- Αλ' αμερικέν
- Αλ' ορόρ
- Αλάσκα ψημένη
- Αλιβάρβαρα
- Αλισίβα
- Αλιφώνι
- Αλμη
- Αλμπονδίγας
- Αλογονουρά
- Αλουσιά
- Αμαρέτι
- Αμαρέττο
- Αμερικάνικη μουστάρδα
- Αμυγδαλόγαλο
- Αμυγδαλόπαστα
- Αμύγδαλα ασπρισμένα
- Αμύγδαλα εφιλέ
- Αν κρούτ
- Ανάβω
- Αναρή
- Ανδράκλα
- Ανεβατό
- Ανηθος
- Ανθότυρο
- Ανισο το τράγιο
- Αντιπάστο
- Αντρεκότ
- Αντρεκότ Λυωναίζ
- Απεριτίφ
- Αραβοσιτέλαιο
- Αρμεξιά Ανδρου
- Αρμόγαλο Σάμου
- Αρσενικό Νάξου
- Αρωματικά χόρτα
- Ασιέτ ανγκλαίζ
- Ασκαλώνιο
- Ασκόλυμπρος
- Ασπικ
- Ασπρη μουστάρδα
- Ασπρη τρούφα
- Αυγα Benedict
- Αυγοκόβω
- Αυγολέμονο
- Αφρώδη κρασιά
- Αφτούδια
- Αχνίζω
- Αχνισμα
- Βάτος
- Βαλάνες
- Βανίλια
- Βασιλικός
- Βελάνισσα
- Βερμιτσέλι
- Βινεγκρέτ
- Βισιρίδα
- Βισσισουάζ
- Βλάχος
- Βλήτα
- Βλαχοτύρι
- Βολ ω βαν
- Βολάκι
- Βούτυρο demi sel
- Βούτυρο κλαριφιέ
- Βούτυρο Ντεβιλ
- Βρούβες
- Γάις
- Γάλα ζαχαρούχο
- Γάλα μακράς διαρκείας
- Γάλα μη παστεριωμένο
- Γάλα παστεριωμένο
- Γάλα σε σκόνη
- Γάλα συμπυκνωμένο
- Γάστρος
- Γένι του λαγού
- Γαλλικές σούπες
- Γαλοτύρι
- Γαρίφαλλο
- Γαρδούμπα
- Γερμανικές μουστάρδες
- Γιαπράκια
- Γιαχνί
- Γιδοτύρι
- Γιομίδια
- Γιορτή
- Γιουβέτσι
- Γιουβαρλάκια
- Γιουφκά
- Γκάμπο
- Γκίζα
- Γκαβόψαρα
- Γκαράμ μαζάλα
- Γκασπάτσο
- Γκιούλμπασι
- Γκοργκονζόλα
- Γκούλας
- Γκρίλ
- Γκρατέν
- Γκρατινάρω
- Γκρατιναρισμα
- Γκόγκες
- Γλάσο
- Γλασάρω
- Γλιστρίδα
- Γλυκάνισο
- Γλυκο Φούλ
- Γλυκό κρασί
- Γλυκόζη
- Γούστερ σώς
- Γρέντζος
- Γραβιέρα Αγράφων
- Γραβιέρα Κρήτης
- Γραβιέρα Νάξου
- Γραβιέρα Τήνου
- Γρανίτα
- Γρεναδίνη
- Γυλωμένο
- Δέσιμο
- Δαφνόφυλλα
- Δενδρολίβανο
- Διαυγάζω
- Δυόσμος
- Είδη μοσχαρίσιου φιλέτου
- Εκλέρ
- Ελαιόλαδο
- Ελαϊκή
- Εμουλσιόν
- Ενζυματική Αμαύρωση
- Εντράδα
- Εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο
- Επιτραπέζια κρασιά
- Ερυθρωπός οίνος
- Ερυθρός οίνος
- Εσκαλιβάδα
- Ζάχαρη Ντεμεράρα
- Ζαμπαλιόνε
- Ζαμπόν
- Ζαπλαρίκος
- Ζαφορά
- Ζεμάτισμα
- Ζιλαδιά
- Ζοχός
- Ζούλα βραστή
- Ζυλιέν
- Ζωμός
- Ημίξηρο κρασί
- Ημιαφρωδες κρασί
- Ημιγλυκο κρασί
- Ησυχο κρασί
- Θηλυκοτύρι Νάμου
- Θρούμπι
- Θυμάρι
- Ινδικές πίκλες
- Ιρλανδέζικο στιφάδο
- Ισλί
- Ιταλικές μουστάρδες
- Κάππαρη
- Κάρδαμο
- Κάστερ πάουντερ
- Κέτσαπ
- Κέφαλος
- Καβουρδίζω
- Καβουρμάς
- Καζάν ντιμπί
- Καθούρα
- Κακκαβιά
- Καλαθάκι
- Καλβαντός
- Καλκάνι
- Καλτσούνια
- Κανέλλα
- Καναπεδάκια
- Κανελλόνια
- Καπάκι
- Καπονάτα
- Καπόνι
- Καπόνι (κότα)
- Καρέμ
- Καρίνα
- Καραμέλα
- Καραμελέ
- Καρμπονάρα
- Καρπάτσιο
- Καρυδόψιχα
- Καρύκευμα
- Κασάτα
- Κασάτο παγωτό
- Κασέρι
- Κασουλέ
- Κατσικίσιο τυρί Μετσόβου
- Καυκαλήθρες
- Καφές ρομπούστα
- Κεμπαπ
- Κεφίρ
- Κεφαλογραβιέρα
- Κεφαλοτύρι
- Κιλότο
- Κιμάς αρνίσιος
- Κιμάς μοσχαρίσιος
- Κιμάς χοιρινός
- Κιουι
- Κιρς
- Κις
- Κλαφουτί
- Κλωτσοτύρι
- Κοκ α λικι σούπα
- κοκ ω βεν
- Κοκίγ
- Κοκορέτσι
- κοκότ
- Κολοκάσι
- Κολομπίνα
- Κολοπίμπιρι
- Κολοχτύπα
- Κονκασέ
- Κονκασέ
- Κονσομέ
- Κονφί
- Κορίανδρος ή Κόλιανδρος
- Κορν φλάουρ
- Κοσέρ
- Κοτετσίνο
- Κοτολέτα
- Κοτόπουλο βιολογικής εκτροφής
- Κοτόπουλο εκτροφής
- Κοτόπουλο νανάκι
- Κοτόπουλο παραδοσιακής εκτροφής
- Κουαντρό
- Κουλιμπιάκ
- Κουμ κουάτ
- Κουρ-μπουγιόν
- Κουρκουμάς
- Κουρκουτσέλια
- Κουσκούς
- Κουτβαράς
- Κούκος
- Κούπ
- Κούπες
- Κράκερ
- Κρέας γενικά (κομμάτια)
- Κρέμα royal
- Κρέμα μπαβαρουάζ
- Κρέμα πατισερί
- Κρέπες
- Κρίταμο
- Κραπφεν
- Κρασί
- Κρασί chambre
- Κρεμόριο
- Κρεπάζ
- Κρεπινέτες
- Κρεόλ
- Κροκ μεσιε
- Κροκ μεσιε
- Κροκέτα
- Κροκανμπους
- Κροστίνι
- Κρουστάντ
- Κρουτόν
- Κρόκος Κοζάνης
- Κρόν
- Κόμπλερ
- Κόντρα φιλέτο
- Κόπα
- Κόρν μπίφ
- Κύμινο
- Λάιμ
- Λάνγκ ντε σά
- Λάπα
- Λάπαθα ή Λάπατα
- Λάρδωμα
- Λαγοτό
- Λαγόχορτο
- Λαδοτύρι Ζακύνθου
- Λαζάνια
- Λαιμός
- Λακέρδα
- Λαρντόν
- Λαυκίνος
- Λευκός οίνος
- Λιαστές ντομάτες
- Λιπαρίτης
- Λουκάνικα Φρανκφούρτης
- Λουκούμια
- Λούπινο
- Λούτζα
- Μάγκνα Κάουντα
- Μάντολες
- Μάραθος
- Μάφιν
- Μαγιάτικο
- Μαγιονέζα
- Μαγκίρι
- Μακαρόν
- Μαλάκα
- Μαλιγκατάνι
- Μαλλιά αγγέλου
- Μαλοσόλ
- Μανέστρα μπούρου-μπούρου
- Μανούρα
- Μανούρι
- Μαντί
- Μαντζουράνα
- Μαντλέν
- Μαντολάτο
- Μαπλ
- Μαρέγκα
- Μαρίζ
- Μαραίνω
- Μαρενγκό
- Μαρζιπάν
- Μαρινάδα
- Μαρινάρα
- Μαρινάρισμα
- Μαρσαλα
- Μασεντουάν
- Μασκαρπόνε
- Μαστέλο Χίου
- Ματελότ
- Ματινιόν
- Μαχαίρι Παλέτ
- Μαχαίρι του Σέφ
- Μαχαίρια
- Μαϊντανός
- Μαύρη μουστάρδα
- Μελάνζ
- Μελίχλωρο
- Μελισσόχορτο
- Μελμπά
- Μενού
- Μενού α λα κάρτ
- Μετσοβέλα
- Μετσοβόνε
- Μηλίτης
- Μιλανέζ
- Μιλφέιγ
- Μινεστρόνε
- Μιξτ γκρίλ
- Μιρεπουά
- Μορνέ
- Μορχέλλες
- Μοσκοβίτ
- Μοσχάρι Γουέλιγκτον
- Μοσχοκάρυδο
- Μοτσαρέλα
- Μους
- Μουσκοβάντο
- Μουστάρδα
- Μουστάρδα de Meaux
- Μουστάρδα serf
- Μουστάρδα διαίτης (dietsenf)
- Μουστάρδα ζένφ
- Μουστάρδα Πουάβρ βερ
- Μουστάρδα του Bordeaux
- Μουσταρδέλαιο
- Μούλιασμα
- Μούλιασμα
- Μούς
- Μπάγκελ
- Μπάγκνα-Κάουντα
- Μπάντζος
- Μπέικον
- Μπέλ Ελέν
- Μπέν Μαρί
- Μπέρ μανιέ
- Μπέϊκιν πάουντερ
- Μπίσκ
- Μπαβαρουάζ
- Μπαγκέττα
- Μπαζίνα
- Μπακαλιάρος Μπιάνκο
- Μπακλαβάς
- Μπαλοτίν
- Μπαλσάμικο ξύδι
- Μπανάνα σπλίτ
- Μπανκέτα
- Μπαρκέτ
- Μπαρόν
- Μπασκέζ
- Μπατζίσιο
- Μπενιέ
- Μπερναίζ
- Μπεσαμέλ
- Μπιεν κουϊ
- Μπιριάνι
- Μπιρμπιλόνια
- Μπισκότα
- Μπισκότα Garibaldi
- Μπισκότα Σαμπλέ
- Μπλίνι
- Μπλανκέτ
- Μπλατσάρα
- Μπλουγούρι
- Μπολίτο μίστο
- Μπουγιαμπέσα
- Μπουγκατίνι
- Μπουκέ γκαρνί
- Μπουντέν
- Μπουρδέτο
- Μπουρντούνι
- Μπουσέ
- Μπουσκαϊόλα
- Μπουσκαϊόλα
- Μπουφές
- Μπράντυ μπάτερ
- Μπράουνις
- Μπρί
- Μπραιζέ
- Μπραντάδ
- Μπραντάντ
- Μπρεζάολα
- Μπριζέ
- Μπριός
- Μπρουσκέττες
- Μπρυλέ
- Μπρυνουάζ
- Μπύρα Bitter
- Μπύρα Bock
- Μπύρα Lager
- Μπύρα Pilsner (Pils)
- Μπύρα Stout
- Μυζήθρα
- Μυλοκόπι
- Μυξινάρι
- Μυρωδικά και μπαχαρικά
- Μυτάτο
- Νori
- Ναβαρέν
- Ναπέ
- Ναπολιτάνα
- Νατυρ
- Νισεστές
- Νιόκι
- Νιόκος
- Νουά
- Νουγκά
- Νουγκατίνα
- Νούμπουλο
- Νούντλς
- Ντάκος
- Ντάμπλινγκς
- Ντίπ
- Νταναμπλού
- Νταριόλ
- Νταρτουά
- Ντεγκιστασιόν
- Ντεγκορζέ
- Ντηξέλ
- Ντιάμπλ
- Ντιζονέ
- Ντολμάς
- Ντοματάκια Κρήτης
- Ντρέσσινγκ
- Ντυξέλ
- Ντυσές
- Ντωφινουαζ
- Ντώμπ
- Ξίγαλα Σητείας
- Ξαίνω
- Ξινομυτζήθρα
- Ξινό Τζιάς
- Ξύδι απο μηλίτη
- Ξύδι απο ρύζι
- Ξύδι απο σέρι
- Ξύσμα
- Ογκρατέν
- Ολ σπάις
- Ορετσιέττι
- Ορντέβρ
- Οσσο μπούκο
- Π.Ο.Π
- Πάβλοβα
- Πάνκεικ
- Πάνκεικ
- Πάπρικα
- Πάπρικα
- Πάστωμα
- Πέννες
- Πέστο
- Πέστο
- Πίγκα
- Πίκλες μουστάρδας
- Πίτσα καπριτσιόζα
- Πίτσα Μαργαρίτα
- Πίτσα Μαρινάρα
- Πίτσα μαρινάρα
- Παέγια
- Πακόρας
- Παλαμίδα
- Παλμιέ
- Παλμιέ
- Παμπερνίκελ
- Πανάδα
- Πανάρισμα
- Πανέ
- Πανετόνε
- Πανετόνε
- Πανκέικ
- Πανσέτα
- Παντελής
- Παντεσπάνια
- Παπάγια
- Παπαλίνα
- Παπαρδέλες
- Παπιγιότ
- Παρθένο ελαιόλαδο
- Παρμαντιέ
- Παρμεζάνα
- Παρμεζάνα
- Πασά λουκούμ
- Πασπάλισμα
- Παστελαρία
- Παστιτσάδα
- Παστουρμάς
- Παστράμι
- Παστρόκιο
- Παστό
- Πατάτες Duchess
- Πατάτες Αννα
- Πατάτες ντοφίν
- Πατάτες ντυσές
- Πατάτες ντωφίν
- Πατισερί
- Πεκορίνο Ρομανο
- Πεπερονάτα
- Πεπερόνι
- Περγαμόντο
- Περσιγιάντ
- Περχαροτύρι
- Πεσκανδρίτσα
- Πετρωτό
- Πεϊζάνα
- Πηκτίνη
- Πηχτή
- Πηχτόγαλο
- Πικάρισμα
- Πικάτα
- Πιμέντο
- Πιμιέντο
- Πιπέρι
- Πιπερόριζα
- Πιροσκί
- Πισαλαντιέρ
- Πιστού
- Πλευρώτους
- Πλιγούρι
- Πολέντα
- Ποντίκι
- Ποπ κορν
- Ποπιέτα
- Πορπέτες
- Πορτογαλλικές σούπες
- Ποσάρω
- Ποσέ
- Ποτ ο φέ
- Πουλιέζε
- Πουτανέσκα
- Πρέντζα
- Πρεσαλέ
- Προβάτσες
- Προσούτο
- Προφιτερόλ
- Πτι φούρ
- Πόντς
- Πόσσιας
- Ράγιες
- Ρίγανη
- Ραβιόλια
- Ραδίκι του βράχου
- Ραντίτσιο
- Ραντιατόρι
- Ρατατούιγ
- Ρατατούιγ
- Ραταφιά
- Ραχατ λουκούμ
- Ρεμουλαν
- Ρεμπλοσόν
- Ρετσίνα
- Ριγκατόνι
- Ριγκατόνι 4 τυριά
- Ρικότα
- Ρισόλ
- Ροζέ κρασί
- Ροκφόρ
- Ροσόλι
- Ρουίγ
- Ρού
- Ρούμ μπαμπά
- Ρυζότο
- Ρόστ μπίφ
- Ρύζι Arborio
- Ρύζι parboiled
- Ρύζι για ρυζόττο
- Ρύζι Καρολίνα
- Ρύζι μπασμάτι
- Ρύζι νυχάκι
- Ρύζι-μπίζι
- Ρώσικη Σαλάτα
- Σάλτσα Chasseur
- Σάλτσα coulis
- Σάλτσα Cumberland
- Σάλτσα Gribiche
- Σάλτσα Louis
- Σάλτσα Reform
- Σάλτσα Verde
- Σάλτσα α λα φορεστιέρ
- Σάλτσα ανταλούζ
- Σάλτσα Αραμπιάτα
- Σάλτσα Βελουτέ
- Σάλτσα Εσπανιόλ
- Σάλτσα ματελότ
- Σάλτσα μισελέν
- Σάλτσα Μορνέ
- Σάλτσα μουσκεταίρ
- Σάλτσα Μπεαρναίζ
- Σάλτσα μπεσαμέλ
- Σάλτσα Μπολονέζ
- Σάλτσα Μπορντελαίζ
- Σάλτσα Ναπολιταίν
- Σάλτσα νορμάν
- Σάλτσα ντεμι-γκλάς
- Σάλτσα Ολλανταίζ
- Σάλτσα πέστο
- Σάλτσα περιγκέζ
- Σάλτσα Πικάντ
- Σάλτσα Πισαλαντιέρ
- Σάλτσα Πορτουγκίζ
- Σάλτσα πουτανέσκα
- Σάλτσα Προβενσάλ
- Σάλτσα Ραβιγκότ
- Σάλτσα Ρεμουλάν
- Σάλτσα Ρομπερ
- Σάλτσα ρουϊγ
- Σάλτσα Σισιλιέν
- Σάλτσα σόγιας
- Σάλτσα ταρταρ
- Σάλτσα τσίλι
- Σάλτσα χάρβεϊ
- Σάλτσα χαρίσσα
- Σάμαλι
- Σάν Μιχάλη
- Σάντουιτς
- Σέλερι
- Σέπες
- Σέρι
- Σίλαμπαμπ
- Σίρνα
- Σίτεμα
- Σαβαρέν
- Σαβαρέν
- Σαβόρο
- Σακε
- Σαλάδο
- Σαλάτα Brunswick
- Σαλάτα Green Goddess
- Σαλάτα Panzanella
- Σαλάτα Waldorf
- Σαλάτα Νισουάζ
- Σαλάτα του Καίσαρα
- Σαλέπι
- Σαλμί
- Σαλτιμπόκα
- Σαμπούκα
- Σαμπρέ
- Σαμόζας
- Σανγκρία
- Σαντιγύ
- Σαράι λουκούμ
- Σαραγλί
- Σαρλότ
- Σαρλότ ρύς
- Σασίμι
- Σατωμπριάν
- Σαφράν
- Σεβίς
- Σεκέρ παρέ
- Σεμιζάρισμα
- Σεν Ονορέ
- Σερνικοβότανο
- Σησαμέλαιο
- Σιβέ
- Σικορέ
- Σιμπουκουκίρα
- Σιμπουλέ
- Σινουά
- Σιρόν
- Σιτάκα
- Σιφονάντ
- Σκαλοπίνια
- Σκιός
- Σκοτύρι Ιου
- Σκόλυμος
- Σκόρδο
- Σμόργκασμπροντ
- Σομελιέ
- Σορμπέ
- Σορτμπρεντ
- Σοσίς
- Σοτέρν
- Σουκιγιάκι
- Σουκρούτ
- Σουρίμι
- Σουτζούκ λουκουμ
- Σοφρίτο
- Σοφρίτο Λαχανικών
- Σού
- Σούνια
- Σούπα
- Σούπα Borsch
- Σούπα coulis
- Σούσι
- Σπαλομπριτζόλα
- Σπετσοφάϊ
- Στάκα
- Στάλπη
- Στήθος-στηθοπλευρές
- Στίλτον
- Στακοφύσι
- Σταμναγκάθι
- Στουφάδο
- Στραγάλια
- Στραπατσάδα
- Στρογγυλό
- Στρούντελ
- Στύφνος
- Συκομαϊδα
- Συμπρίκ
- Σφολιάτα
- Σχινόπρασσο
- Σχιουφιχτά
- Σωτάρισμα
- Σωτάρω
- Σόγια
- Σύγκλινο
- Τάκος
- Τάπας
- Τάρτα τατέν
- Ταμπάσκο
- Ταμπλ ντ'οτ
- Ταμπουλέ
- Ταντούρι
- Ταούκ Γκιουσού
- Ταπενάντ
- Ταπιόκα
- Ταραξάκο
- Ταρατόρ
- Ταρτάρ
- Ταρόκ
- Ταχίνι
- Τελεμές
- Τεμπάλ
- Τεμπούρα
- Τερίν
- Τεριγιάκι
- Τζίντζερ
- Τζαμπαλάγια
- Τζιντζιμπύρα
- Τινγκολα
- Τιραμισού
- Τορτίγιας
- Τορτελίνια
- Τουλουμοτύρι
- Τουλούμπα
- Τουρνέ
- Τουρνεντό
- Τουρνεντό Ροσσίνι
- Τουτουμάκια
- Τράνς
- Τράϊφλ
- Τρέβλα
- Τρίνιτι
- Τραγάκι
- Τριγωνίσκος ή Τριγωνέλλα
- Τριφτάδες
- Τριφτιλίδια
- Τριφτούδια
- Τρούφα
- Τρούφες
- Τσάγαλο
- Τσάτνεϊ
- Τσάτνυ
- Τσάϊβ
- Τσίλι
- Τσίλι κον κάρνε
- Τσίρος
- Τσακιστή μυζήθρα
- Τσαλαφούτι
- Τσαντερέλ
- Τσαπάτι
- Τσιγαρέλια
- Τσιλίχουρδα
- Τσιπολάτα
- Τσοπστικς
- Τσορίθο
- Τσουκαλόκαυτο
- Τσουκνίδα
- Τυρί βικτώρια
- Τυρί κορφού
- Τυρί Κότατζ
- Τυρί Μασκαρπόνε
- Τυρί μοτσαρέλα
- Τυρί παρμεζάνα
- Τυρί ρικότα
- Τυρί ροκφόρ
- Τυρί Στίλτον
- Τυρι Μοτσαρέλα
- Τυρογλιάτα
- Τυροζούλι
- Τυρόγαλα
- Τόφου
- Φάβα παντρεμένη
- Φάτζ
- Φέτα
- Φαγόπυρο
- Φαλαφελ
- Φαρσί
- Φαρφάλες
- Φαρφάλλες
- Φασκόμηλο
- Φασούγια με πετσαλίνα
- Φασόλια φλαζολέ
- Φατουράδα
- Φεγιετέ
- Φεναλάρ
- Φετουτσίνι
- Φεϊζογιάδα
- Φιγαδέλια
- Φιλέ μινιόν
- Φιλέτο (μόσχου)
- Φιλαδέλφεια
- Φις μπόλς
- Φλάν
- Φλάπζακ
- Φλαμπέ
- Φλομάρια
- Φλωρεντίν
- Φογάτσα
- Φοκάτσια
- Φον
- Φοντί μπουργκινιόν
- Φοντί σαβαγιάρ
- Φοντί, κινέζικη
- Φοντίνα
- Φοντύ
- Φουά γκρά
- Φουσίλι
- Φράτσια
- Φρέντς ντρέσσινγκ
- Φρίτο μίστο
- Φριγαδέλια
- Φρικασέ
- Φρικασέ, ελληνικό
- Φριτάτα
- Φριτούρα
- Φριτό
- Φρουϊ γλασέ
- Φρυγανιά Ζακύνθου
- Φυμέ
- Χάς
- Χαβιάρι
- Χαβιάρι Μαλοσόλ
- Χαβιάρι, κόκκινο
- Χαλούμι
- Χανούμ λουκούμ
- Χλωρό
- Χοιροβότανο
- Χορσράντις
- Χούμους
- Χρένο
- Χριστόψαρο
- Χόνδρος
- Χότ ντογκ
- Ω μπλέ
Saturday, 24 April 2010
Μπέικον
Bacon
Μπενιέ
Γαλλικός όρος που αναφέρεται σε διαδικασία τηγανίσματος φρούτων. Τα βουτάμε σε χυλό και μετά τα τηγανίζουμε σε φριτούρα
Beignet
Beignet
Beignet
Γαλλικός όρος που αναφέρεται σε διαδικασία τηγανίσματος φρούτων. Τα βουτάμε σε χυλό και μετά τα τηγανίζουμε σε φριτούρα
Tuesday, 20 April 2010
Σούπα Borsch
Μινεστρόνε
Γκασπάτσο
Πορτογαλικές σούπες
Caldo Verde είναι η τυπική σούπα της Λισαβόνας με διάφορα λαχανικά
Η acorda, είναι μία σούπα από ψωμί και σκόρδο.
Η acorda, είναι μία σούπα από ψωμί και σκόρδο.
Γαλλικές σούπες
Potage parmentier όπου προσθέτουμε ζωμό κότας και κρέμα και βάζουμε τη σούπα να κρυώσει στο ψυγείο.
Η σούπα αγκινάρας που γίνεται με τρούφα είναι μία από τις καλύτερες γευστικές εμπειρίες που έχει να προσφέρει το Παρίσι.
Σούπα
Η κάθε σούπα αποτελείται απο ένα ζωμό( ο οποίος μπορεί να προέρχεται απο βρασμένα κόκκαλα ψαριών ή κρέατος ή και λαχανικών) και τη πολτοποίηση των βασικών υλικών. Μετά τα μπαχαρικά και τα καρυκεύματα δίνουν άλλο τόνο στη σούπα.
Είδη σούπας
Οι σούπες χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: α) τους αραιούς ζωμούς (κυρίως από κρέας) και
β) τις πηχτές (δεμένες) σούπες. Αντίστοιχα ανάλογα με τον τρόπο δεσίματός τους οι σούπες χωρίζονται σε διάφορες υπο- κατηγορίες:
- Σούπες-πουρές λαχανικών: δένονται κυρίως λόγω του αμύλου που περιέχουν τα λαχανικά που πολτοποιούμε.
- Σούπες bisque: σούπες που δένονται με πουρέ από πολτοποιημένα κελύφη οστρακόδερμων (γαρίδες, καραβίδες, αστακούς) και κρέμα γάλακτος.
- Σούπες-κρέμα: δένονται είτε με μπεσαμέλ είτε μ' ένα λευκό roux.
- Σούπες βελουτέ: δένονται με κρόκους αβγών, βούτυρο και κρέμα γάλακτος.
Είδη σούπας
Οι σούπες χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: α) τους αραιούς ζωμούς (κυρίως από κρέας) και
β) τις πηχτές (δεμένες) σούπες. Αντίστοιχα ανάλογα με τον τρόπο δεσίματός τους οι σούπες χωρίζονται σε διάφορες υπο- κατηγορίες:
- Σούπες-πουρές λαχανικών: δένονται κυρίως λόγω του αμύλου που περιέχουν τα λαχανικά που πολτοποιούμε.
- Σούπες bisque: σούπες που δένονται με πουρέ από πολτοποιημένα κελύφη οστρακόδερμων (γαρίδες, καραβίδες, αστακούς) και κρέμα γάλακτος.
- Σούπες-κρέμα: δένονται είτε με μπεσαμέλ είτε μ' ένα λευκό roux.
- Σούπες βελουτέ: δένονται με κρόκους αβγών, βούτυρο και κρέμα γάλακτος.
Friday, 16 April 2010
Μπουφές
Χαβιάρι, κόκκινο
Bric
Wednesday, 14 April 2010
Brouschettes
Μπρουσκέτες
Μπρυλέ
Creme brule
Thursday, 8 April 2010
Ναπολιτάνα
Deglacer
"Ντεγλασάρισμα" ενός φαγητού με κρασί, νερό, ζωμό. Ετσι λιώνουν τα καμμένα λίπη απο το σκεύος και το φαγητό νοστιμίζει
Νταναμπλού
Ειδος πικάντικου λιπαρού τυριού που μοιάζει με ροκφόρ αλλά που φτιάχνεται με αγελαδινό γάλα.
Danablu
Μαύρη μουστάρδα
Η μαύρη είναι πιο καυτερή από την άσπρη μουστάρδα.Καφετιά ή ινδική μουστάρδα Είναι ο ολόκληρος σπόρος μουστάρδας που χρησιμοποιείται στις συνταγές για κάρυ και είναι λιγότερο έντονη από τη μαύρη.
Αμερικάνικη μουστάρδα
Η αυθεντική αμερικανική φτιάχνεται από σπόρους άσπρης μουστάρδας με ζάχαρη, άσπρο κρασί ή ξίδι, το χρώμα της είναι κίτρινο, έχει γεύση γλυκιά και μάλλον μοιάζει περισσότερο με παχιά σάλτσα παρά με μουστάρδα.
Εξαιτίας της ελαφριάς γεύσης της, χρησιμοποιείται ευρέως σε χοτ ντογκ και χάμπουργκερ.
Μουστάρδα διαίτης (dietsenf)
Είναι πρασινόχρωμη και ανάλατη και ειδικά φτιαγμένη για εκείνους που δεν τρώνε αλάτι.
Γερμανικής προέλευσης
dietsenf mustard
Γερμανικής προέλευσης
dietsenf mustard
Μουστάρδα serf
Για τους λάτρεις των καυτερών γεύσεων, η σαρφ ή έξτρα σαρφ-καυτερή ή πολύ καυτερή είναι η ιδανικότερη επιλογή. Στη Βόρεια Γερμανία μάλιστα, σερβίρεται άφθονη με την κουτάλα.
Γερμανικής προέλευσης serf
Γερμανικής προέλευσης serf
Αγγλικές μουστάρδες
Η γεύση τους είναι απλή και καυτερή αλλά όχι ιδιαίτερα δυνατή, το χρώμα της είναι έντονο κίτρινο και παρασκευάζεται από ποικιλία πολύ λεπτοκομμένων σπόρων.
Συνδυάζεται μοναδικά με ψητό βοδινό και γενικότερα ψητά κρεατικά, λουκάνικα από βοδινό ή χοιρινό κρέας, πίτα από χοιρινό κ.ά. Ακόμη είναι η ιδανική μουστάρδα για να παρασκευάσουμε δυνατή σάλτσα μουστάρδας που πηγαίνει με λιπαρά ψάρια, όπως ρέγκα ή σκουμπρί.
Μουστάρδα de Meaux
Εχει μία περίεργα νόστιμη γεύση μούχλας, είναι καυτερή αλλά όχι ενοχλητικά και αποτελείται από ένα μοναδικό μείγμα από τριμμένους και μισοτριμμένους σπόρους, με κοκκώδη υφή.
Ιστορία
Λέγεται ότι πρωτο σερβιρίσθηκε στον βασιλιά της Γαλλίας το 1632 και απο τότε άρχισε να πωλείται σε πήλινα δοχεία σφραγισμένα με βουλοκέρι.
Μπορεί να εκτιμήσει κάποιος πραγματικά τη γεύση της, όταν τη συνδυάσει με λουκάνικα, μπέικον, κρύα κρεατικά και πίτες με χοιρινό.
Μουστάρδα του Bordeaux
Πρόκειται για μία σκούρα καφετιά και αρκετά ξινή μουστάρδα, καθώς και πιο αρωματική από αυτήν της Ντιζόν. Είναι μοναδική στη συνοδεία μπριζόλας, αφού συμπληρώνει παρά καλύπτει τη γεύση του κρέατος.
Γαλλικής καταγωγής
Γαλλικής καταγωγής
Μουστάρδα Ντιζόν
Απο τις πιο διάσημες μουστάρδες.
Αλλες έχουν κρεμώδες γκρι-κίτρινο χρώμα και λεπτή γεύση και άλλες είναι πιο ανοιχτόχρωμες και ραφινάτες.
Στην Ντιζόν, πρωτεύουσα της μουστάρδας, αναμειγνύουν τη μουστάρδα με αλάτι, άσπρο κρασί, μπαχαρικά και χυμό από αγουρίδες, δηλαδή ξινό χυμό φτιαγμένο από άγουρα σταφύλια.
Οι μουστάρδες Ντιζόν εκτός του ότι είναι οι πιο γνωστές, είναι και οι πιο φημισμένες, αφού χρησιμοποιούνται περισσότερο από κάθε άλλη μουστάρδα, για σάλτσες, μαγιονέζα, βινεγκρέτ, κ.ά.
Γαλλικής προέλευσης
Dijon mustard
Μουστάρδα
Η μουστάρδα παράγεται από τους σπόρους σιναπιού, οι οποίοι, όταν κοπανιστούν, μετατρέπονται σε μία βαθυκίτρινη σκόνη που σε συνδυασμό με νερό ή ξίδι, μας δίνει τη μουστάρδα.
Οι άνθρωποι τη χρησιμοποιούν από τα πολύ παλιά χρόνια για την ιδιαίτερη, καυτερή και πικάντικη γεύση που δίνει στα φαγητά. Μάλιστα ήταν τόσο σπουδαία και απαραίτητη η γεύση της για τους Ελληνες και τους Αρχαίους Αιγυπτίους, που συνήθιζαν να μασουλάνε σπόρους μουστάρδας κατά τη διάρκεια του φαγητού.
Μουστάρδα του Μπορντό: Πρόκειται για μία σκούρα καφετιά και αρκετά ξινή μουστάρδα, καθώς και πιο αρωματική από αυτήν της Ντιζόν. Είναι μοναδική στη συνοδεία μπριζόλας, αφού συμπληρώνει παρά καλύπτει τη γεύση του κρέατος.
Μουστάρδα Ντε Μο: Η μουστάρδα Ντε Μο είναι αρκετά ιδιαίτερη. Εχει μία περίεργα νόστιμη γεύση μούχλας, είναι καυτερή αλλά όχι ενοχλητικά και αποτελείται από ένα μοναδικό μείγμα από τριμμένους και μισοτριμμένους σπόρους, με κοκκώδη υφή. Κανείς μπορεί να εκτιμήσει πραγματικά τη γεύση της, όταν τη συνδυάσει με λουκάνικα, μπέικον, κρύα κρεατικά και πίτες με χοιρινό. Ιδιαίτερη είναι και η συσκευασία της, αφού τη βρίσκουμε σε πήλινα βάζα, όπου ο φελλός τους έχει σφραγιστεί με βουλοκέρι και φτιάχνεται σύμφωνα με μια μυστική συνταγή-επτασφράγιστο μυστικό από το 1760.
Μουστάρδα Πουάβρ βερ: Παρασκευάζεται από πράσινους σπόρους πιπεριού και έχει ήπια καυτερή γεύση.
Γερμανικές μουστάρδες
μουστάρδα σαρφ: Για τους λάτρεις των καυτερών γεύσεων, η σαρφ ή έξτρα σαρφ-καυτερή ή πολύ καυτερή είναι η ιδανικότερη επιλογή. Στη Βόρεια Γερμανία μάλιστα, σερβίρεται άφθονη με την κουτάλα.
Μουστάρδα διαίτης: Είναι τόσο μεγάλη η αγάπη των Γερμανών για τις μουστάρδες, που παρασκεύασαν μία μουστάρδα που λέγεται ντιέτζενφ, δηλαδή μουστάρδα διαίτης. Είναι πρασινόχρωμη και ανάλατη και ειδικά φτιαγμένη για εκείνους που δεν τρώνε αλάτι.
Μουστάρδα με φρούτα
Ασπρη μουστάρδα
Μαύρη μουστάρδα
Οι άνθρωποι τη χρησιμοποιούν από τα πολύ παλιά χρόνια για την ιδιαίτερη, καυτερή και πικάντικη γεύση που δίνει στα φαγητά. Μάλιστα ήταν τόσο σπουδαία και απαραίτητη η γεύση της για τους Ελληνες και τους Αρχαίους Αιγυπτίους, που συνήθιζαν να μασουλάνε σπόρους μουστάρδας κατά τη διάρκεια του φαγητού.
Ιστορία
Η πρώτη συνταγή μουστάρδας βρίσκεται στα βάθη των αιώνων, αφού εμφανίστηκε τον 6ο αιώνα και διαδόθηκε στη Βουργουνδία. Σύμφωνα με την ιστορία, στις αρχές του 14ου αιώνα, ήταν τόσο μεγάλη η λατρεία που είχε ο Πάπας Ιωάννης ΚΒ για τη μουστάρδα που έφτασε στο σημείο να δημιουργήσει για τον πολυαγαπημένο του ανιψιό, την υπηρεσία του «μεγάλου μουσταρδιέρη του πάπα». Στα τέλη του 16ου αιώνα στην Ορλεάνη και γύρω στα 1630 στην Ντιζόν, παρασκευάστηκαν και τα πρώτα παράγωγα ξιδιού και μουστάρδας.
Τον 18ο αιώνα, κάποιος με το όνομα Νεζεόν καθιέρωσε τη συνταγή της «δυνατής» ή «λευκής» μουστάρδας, ενώ ταξιδεύοντας ακόμη πιο πίσω στον χρόνο, ακόμη και στη Βίβλο αναφέρονται οι «σπόροι σιναπιού»,αφού οι Ελληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν τους σπόρους της μουστάρδας, για την καρύκευση κρεάτων και ψαριών.
Επίσης τα πολύ παλιά χρόνια οι άνθρωποι μην έχοντας την δυνατότητα χρήσης πολλών φαρμάκων, είχαν ανακαλύψει τη χωνευτική δράση της μουστάρδας και έτσι την συνδύαζαν με βαριά φαγητά που περιείχαν χοιρινό και τυρί, για να τους βοηθάει στην πέψη.
Ακόμη, οι κυνηγοί όταν ήθελαν να ζεσταθούν ύστερα από μία δύσκολη παγωμένη μέρα, έβαζαν τα πόδια τους μέσα σε μια λεκάνη με μουστάρδα για να διώξουν τις κρυάδες και τέλος σε περιπτώσεις αρθριτικών, χρησιμοποιούσαν ζεστά καταπλάσματα με μουστάρδα, για να αντιμετωπίσουν τους πόνους των κλειδώσεων.
Η πρώτη συνταγή μουστάρδας βρίσκεται στα βάθη των αιώνων, αφού εμφανίστηκε τον 6ο αιώνα και διαδόθηκε στη Βουργουνδία. Σύμφωνα με την ιστορία, στις αρχές του 14ου αιώνα, ήταν τόσο μεγάλη η λατρεία που είχε ο Πάπας Ιωάννης ΚΒ για τη μουστάρδα που έφτασε στο σημείο να δημιουργήσει για τον πολυαγαπημένο του ανιψιό, την υπηρεσία του «μεγάλου μουσταρδιέρη του πάπα». Στα τέλη του 16ου αιώνα στην Ορλεάνη και γύρω στα 1630 στην Ντιζόν, παρασκευάστηκαν και τα πρώτα παράγωγα ξιδιού και μουστάρδας.
Τον 18ο αιώνα, κάποιος με το όνομα Νεζεόν καθιέρωσε τη συνταγή της «δυνατής» ή «λευκής» μουστάρδας, ενώ ταξιδεύοντας ακόμη πιο πίσω στον χρόνο, ακόμη και στη Βίβλο αναφέρονται οι «σπόροι σιναπιού»,αφού οι Ελληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν τους σπόρους της μουστάρδας, για την καρύκευση κρεάτων και ψαριών.
Επίσης τα πολύ παλιά χρόνια οι άνθρωποι μην έχοντας την δυνατότητα χρήσης πολλών φαρμάκων, είχαν ανακαλύψει τη χωνευτική δράση της μουστάρδας και έτσι την συνδύαζαν με βαριά φαγητά που περιείχαν χοιρινό και τυρί, για να τους βοηθάει στην πέψη.
Ακόμη, οι κυνηγοί όταν ήθελαν να ζεσταθούν ύστερα από μία δύσκολη παγωμένη μέρα, έβαζαν τα πόδια τους μέσα σε μια λεκάνη με μουστάρδα για να διώξουν τις κρυάδες και τέλος σε περιπτώσεις αρθριτικών, χρησιμοποιούσαν ζεστά καταπλάσματα με μουστάρδα, για να αντιμετωπίσουν τους πόνους των κλειδώσεων.
Εξέλιξη
Στο πέρασμα των αιώνων η μουστάρδα εξελίχθηκε ανάλογα με τον τόπο παραγωγής της. Οι διάφοροι λαοί παρασκεύαζαν διάφορα είδη μουστάρδας, ανάλογα με το υγρό που χρησιμοποιούσαν όπως κρασί, νερό, ξίδι και μούστο καθώς και τα διαφορετικά μπαχαρικά. Ετσι φτάσαμε σήμερα στη σύγχρονη εποχή, να βρίσκουμε μία τεράστια ποικιλία από μουστάρδες, από άσπρες μέχρι σκούρες κίτρινες, γλυκές, πικάντικες, ξινές, αρωματισμένες με φρούτα, με καυτερές πιπεριές, με χυμό πορτοκαλιού ή λεμονιού, με κάππαρη και αντσούγιες ή ακόμη και με μπίρα, κ.ά.
Σήμερα
Στο πέρασμα των αιώνων η μουστάρδα εξελίχθηκε ανάλογα με τον τόπο παραγωγής της. Οι διάφοροι λαοί παρασκεύαζαν διάφορα είδη μουστάρδας, ανάλογα με το υγρό που χρησιμοποιούσαν όπως κρασί, νερό, ξίδι και μούστο καθώς και τα διαφορετικά μπαχαρικά. Ετσι φτάσαμε σήμερα στη σύγχρονη εποχή, να βρίσκουμε μία τεράστια ποικιλία από μουστάρδες, από άσπρες μέχρι σκούρες κίτρινες, γλυκές, πικάντικες, ξινές, αρωματισμένες με φρούτα, με καυτερές πιπεριές, με χυμό πορτοκαλιού ή λεμονιού, με κάππαρη και αντσούγιες ή ακόμη και με μπίρα, κ.ά.
Σήμερα
Η μουστάρδα όπως τη γνωρίζουμε με τη συνηθισμένη της μορφή είναι μια αλοιφή που φτιάχνεται από τους τριμμένους σπόρους της μαύρης μουστάρδας και της άσπρης, και λέγεται κίτρινη μουστάρδα. Η μουστάρδα αποτελεί, τη βάση αμέτρητων, κρύων και ζεστών, σαλτσών, καθώς και για την επάλειψη, πριν από το ψήσιμο του χοιρινού, του κοτόπουλου και ορισμένων ψαριών (των πιο λιπαρών). Σε όλες τις περιπτώσεις αποτελεί ένα εξαίσιο γαστρονομικό καρύκευμα και διατίθεται σε μεγάλη ποικιλία αρωμάτων.
Γαλλικές μουστάρδες
Γαλλικές μουστάρδες
Μουστάρδα Ντιζόν: Υπάρχουν διάφορα είδη και είναι οι πιο διάσημες. Αλλες έχουν κρεμώδες γκρι-κίτρινο χρώμα και λεπτή γεύση και άλλες είναι πιο ανοιχτόχρωμες και ραφινάτες. Στην Ντιζόν, πρωτεύουσα της μουστάρδας, αναμειγνύουν τη μουστάρδα με αλάτι, άσπρο κρασί, μπαχαρικά και χυμό από αγουρίδες, δηλαδή ξινό χυμό φτιαγμένο από άγουρα σταφύλια. Οι μουστάρδες Ντιζόν εκτός του ότι είναι οι πιο γνωστές, είναι και οι πιο φημισμένες, αφού χρησιμοποιούνται περισσότερο από κάθε άλλη μουστάρδα, για σάλτσες, μαγιονέζα, βινεγκρέτ, κ.ά. Να θυμόμαστε, ότι όταν έχουμε μια συνταγή η οποία περιλαμβάνει μουστάρδα, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε χωρίς άγχος μία δυνατή Ντιζόν.
Μουστάρδα του Μπορντό: Πρόκειται για μία σκούρα καφετιά και αρκετά ξινή μουστάρδα, καθώς και πιο αρωματική από αυτήν της Ντιζόν. Είναι μοναδική στη συνοδεία μπριζόλας, αφού συμπληρώνει παρά καλύπτει τη γεύση του κρέατος.
Μουστάρδα Ντε Μο: Η μουστάρδα Ντε Μο είναι αρκετά ιδιαίτερη. Εχει μία περίεργα νόστιμη γεύση μούχλας, είναι καυτερή αλλά όχι ενοχλητικά και αποτελείται από ένα μοναδικό μείγμα από τριμμένους και μισοτριμμένους σπόρους, με κοκκώδη υφή. Κανείς μπορεί να εκτιμήσει πραγματικά τη γεύση της, όταν τη συνδυάσει με λουκάνικα, μπέικον, κρύα κρεατικά και πίτες με χοιρινό. Ιδιαίτερη είναι και η συσκευασία της, αφού τη βρίσκουμε σε πήλινα βάζα, όπου ο φελλός τους έχει σφραγιστεί με βουλοκέρι και φτιάχνεται σύμφωνα με μια μυστική συνταγή-επτασφράγιστο μυστικό από το 1760.
Μουστάρδα Πουάβρ βερ: Παρασκευάζεται από πράσινους σπόρους πιπεριού και έχει ήπια καυτερή γεύση.
Αγγλικές μουστάρδες
Ηγεύση τους είναι απλή και καυτερή αλλά όχι ιδιαίτερα δυνατή, το χρώμα της είναι έντονο κίτρινο και παρασκευάζεται από ποικιλία πολύ λεπτοκομμένων σπόρων. Συνδυάζεται μοναδικά με ψητό βοδινό και γενικότερα ψητά κρεατικά, λουκάνικα από βοδινό ή χοιρινό κρέας, πίτα από χοιρινό κ.ά. Ακόμη είναι η ιδανική μουστάρδα για να παρασκευάσουμε δυνατή σάλτσα μουστάρδας που πηγαίνει με λιπαρά ψάρια, όπως ρέγκα ή σκουμπρί.
Ηγεύση τους είναι απλή και καυτερή αλλά όχι ιδιαίτερα δυνατή, το χρώμα της είναι έντονο κίτρινο και παρασκευάζεται από ποικιλία πολύ λεπτοκομμένων σπόρων. Συνδυάζεται μοναδικά με ψητό βοδινό και γενικότερα ψητά κρεατικά, λουκάνικα από βοδινό ή χοιρινό κρέας, πίτα από χοιρινό κ.ά. Ακόμη είναι η ιδανική μουστάρδα για να παρασκευάσουμε δυνατή σάλτσα μουστάρδας που πηγαίνει με λιπαρά ψάρια, όπως ρέγκα ή σκουμπρί.
Γερμανικές μουστάρδες
μουστάρδα ζενφ: Προέρχεται από ένα μείγμα μουστάρδας σε σκόνη και ξιδιού, έχει έντονη καυτερή γεύση και άρωμα.
μουστάρδα σαρφ: Για τους λάτρεις των καυτερών γεύσεων, η σαρφ ή έξτρα σαρφ-καυτερή ή πολύ καυτερή είναι η ιδανικότερη επιλογή. Στη Βόρεια Γερμανία μάλιστα, σερβίρεται άφθονη με την κουτάλα.
Μουστάρδα διαίτης: Είναι τόσο μεγάλη η αγάπη των Γερμανών για τις μουστάρδες, που παρασκεύασαν μία μουστάρδα που λέγεται ντιέτζενφ, δηλαδή μουστάρδα διαίτης. Είναι πρασινόχρωμη και ανάλατη και ειδικά φτιαγμένη για εκείνους που δεν τρώνε αλάτι.
Αμερικανικές μουστάρδες
Η αυθεντική αμερικανική φτιάχνεται από σπόρους άσπρης μουστάρδας με ζάχαρη, άσπρο κρασί ή ξίδι, το χρώμα της είναι κίτρινο, έχει γεύση γλυκιά και μάλλον μοιάζει περισσότερο με παχιά σάλτσα παρά με μουστάρδα. Εξαιτίας της ελαφριάς γεύσης της, χρησιμοποιείται ευρέως σε χοτ ντογκ και χάμπουργκερ.
Ιταλικές μουστάρδες
Μουστάρδα με φρούτα
Με αφετηρία τον 16ο αιώνα, η μοστάρντα ντι φρούτα ακόμη αποτελεί ένα εξαιρετικό είδος μουστάρδας, η οποία καταναλώνεται με κουταλιές, όπως μαρμελάδα, αλειμμένη σε ψωμί.
Φτιάχνεται από ένα μείγμα από διάφορα φρούτα, όπως σύκα και κεράσια, κομμάτια από αχλάδι, λεμόνι και ροδάκινα, ζαχαρωμένα μέσα σε σιρόπι που περιέχει λάδι μουστάρδας. Εξαιτίας της γλυκόξινης γεύσης της, τη χρησιμοποιούμε σαν πρωτότυπη σάλτσα για τα κρύα κρεατικά.
Μουστάρδα ντομάτας Φτιάχνεται από λιαστές ντομάτες, ολόκληρους σιναπόσπορους, ξίδι κρασιού, ζάχαρη, αλάτι, οξέα τροφίμων και μπαχαρικά και είναι αρκετά εύγευστη.
Φτιάχνεται από ένα μείγμα από διάφορα φρούτα, όπως σύκα και κεράσια, κομμάτια από αχλάδι, λεμόνι και ροδάκινα, ζαχαρωμένα μέσα σε σιρόπι που περιέχει λάδι μουστάρδας. Εξαιτίας της γλυκόξινης γεύσης της, τη χρησιμοποιούμε σαν πρωτότυπη σάλτσα για τα κρύα κρεατικά.
Μουστάρδα ντομάτας Φτιάχνεται από λιαστές ντομάτες, ολόκληρους σιναπόσπορους, ξίδι κρασιού, ζάχαρη, αλάτι, οξέα τροφίμων και μπαχαρικά και είναι αρκετά εύγευστη.
Αλλα είδη μουστάρδας
Ασπρη μουστάρδα
Η άσπρη μουστάρδα χωρίζεται στην απλή και στην ώριμη. Η απλή είναι αυτή που φυτρώνει ακόμη και πάνω σε βρεγμένο μπαμπάκι και μαζί με το νεροκάρδαμο χρησιμοποιείται για σάντουιτς, ενώ από την ώριμη άσπρη παίρνουμε τους σπόρους, που χρησιμοποιούνται ολόκληροι στα τουρσί.
Μαύρη μουστάρδα
Η μαύρη είναι πιο καυτερή από την άσπρη μουστάρδα.
Καφετιά ή ινδική μουστάρδαΕίναι ο ολόκληρος σπόρος μουστάρδας που χρησιμοποιείται στις συνταγές για κάρυ και είναι λιγότερο έντονη από τη μαύρη.
Καφετιά ή ινδική μουστάρδαΕίναι ο ολόκληρος σπόρος μουστάρδας που χρησιμοποιείται στις συνταγές για κάρυ και είναι λιγότερο έντονη από τη μαύρη.
Subscribe to:
Posts (Atom)
ΠΗΓΕΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ
- Fish base
- Hungry
- Molecular Gastronomy
- Oxford Food
- The Return of the Naked Chef JAMIE OLIVER
- ΒΑΡΟΥΛΚΟ χρώματα, αρωματα και γεύσεις
- Βιβλία της Μυρσίνης Λαμπράκη
- Εγκυκλοπαίδεια Britannica
- μαγerrata
- Μείζον΅Ελληνικό Λεξικό
- Συνταγές & Ιστορίες της Αγλαϊας Κρεμέζη
- Συνταγές της Παρέας
- Τα γαστριμαργικάανάλεκτα του κυρίου Schott
- Το Χρυσό Αλφαβητάρι της Γεύσης, Κ. Σαμαρτζής
- Φυτολογία
- ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Ευρετήριο Εκδόσεις Ερμής
Blog Archive
-
▼
2010
(196)
-
▼
April
(44)
- Μπασκέζ
- Basquaise
- Μπαρόν
- Baron
- Μπέικον
- Bacon
- Μπενιέ
- Beignet
- Μπολίτο μίστο
- Μπουντέν
- Σούπα Borsch
- Μινεστρόνε
- Γκασπάτσο
- Πορτογαλικές σούπες
- Γαλλικές σούπες
- Σούπα
- Μπουσκαϊόλα
- Μπουφές
- Μπραντάδα
- Μπριζέ
- Χαβιάρι, κόκκινο
- Bric
- Brouschettes
- Μπρουσκέτες
- Μπρυλέ
- Creme brule
- Μπρυνουάζ
- Brunoise
- Ναπολιτάνα
- Νατύρ
- Deglacer
- Danablu
- Νταναμπλού
- Dijonais
- Ντιζονέ
- Μαύρη μουστάρδα
- Αμερικάνικη μουστάρδα
- Μουστάρδα διαίτης (dietsenf)
- Μουστάρδα serf
- Αγγλικές μουστάρδες
- Μουστάρδα de Meaux
- Μουστάρδα του Bordeaux
- Μουστάρδα Ντιζόν
- Μουστάρδα
-
▼
April
(44)