ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ
- Σάλτσα Supreme
- A l' Africaine
- A l' Algerienne
- A l' Anversoise
- A l' Orientale
- A la Basqquaise
- A la Beauharnais
- A la Biarrotte
- A la Boulangere
- A la bourguignonne
- A la Brabanconne
- A la Bretonne
- a la cart
- A la Catalane
- A la Chilienne
- A la Conti
- A la Cussy
- A la favourite
- A la Fermiere
- A la Forestiere
- A la Hongroise
- A la Jardiniere
- A la Languedocienne
- A la Limousine
- A la Lyonnaise
- A la Maraichere
- A la Marocaine
- A la Parisienne
- A la Portugaise
- A la Printaniere
- A la Romaine
- A la Tyrolienne
- A la Valenciennes
- A point
- Agnellotti
- Al dente
- Ale
- Amande de mer
- Anchoiade
- Aperitif
- Bacon
- Baked Alaska
- Ballotine
- Baron
- Basquaise
- Bavaroise
- Bearnaise
- Beignet
- Belle Helene
- Beluga caviar
- Bien cuit
- Black pudding
- Boxty
- Bric
- Brioche
- Brouschettes
- Brunoise
- Brunswick salad
- Bugatini
- Caesar's salad
- Calissons
- Campanelle
- Cannelloni
- Cappelleti
- Casareccia
- Celeriac
- Celery
- Cepes
- Chablis
- Chanterelle
- Chantilly
- Chapatti
- Charlotte
- Chateaubriand
- Chemizer
- Chicory
- Chiffonnade
- Chilli
- Chilli sauce
- Chinois
- Chipolata
- Choucroute
- Choux
- chutney
- Ciboulette
- Civet
- Cointreau
- Conchglie
- Conchglie
- Coquilles Saint Jack
- Creme brule
- Danablu
- Dauphinoise
- Deglacer
- Demi sel
- Dijonais
- Dip
- Du cru
- Farfalle
- Fenalar
- Fettuccini
- Feuilletage
- Fish balls
- Flageolet
- Flan
- Florentine
- Focaccia
- Fois gras
- Fond
- Fontina
- Fortune cookies
- Frangipani
- Fricassee
- Fritot
- Frittata
- Fumet
- Fusili con buco
- Fusilli
- Gateau Saint Jack
- Genovesini
- Ginger
- Goujon
- Gravlax
- Gravy
- Green Goddess
- Hachis parmentier
- Harissa
- Harvey sauce
- High tea
- Hot dog
- iceberg
- Icing
- Jambalaya
- Jambon
- Kaνελέ
- Kirsch
- Ladyfingers
- Liaison
- Linzetorte
- Mafalde
- Mirepoix
- Mixed grill
- Mousse
- Mozartkugeln
- Mαρινάδα
- Mαρινάδα
- Nidi
- Norwegian omelette
- Osietra caviar
- Paesana
- Panade
- pancake
- Panetone
- Panzanella
- Paprika
- Paris-Brest
- Pate braise
- Pate de choux
- Paupiette
- Peach Melba
- Penne
- Perigord truffle
- Persillade
- Petit four
- Philadelphia
- Picalilli
- Picanha
- Picanha
- Pommes dauphine
- Pop corn
- Porridge
- Pot au feu
- Pot au feu
- Poulieze
- Poutaneska
- Pre sale
- Profiterole
- Prosciutto
- Ptized black truffle
- Pumpernickel
- Quenelles
- Radiatori
- Radicchio
- Ragout
- Ratatouille
- Ravioli
- Reblochon
- Ricotta
- Rissole
- Robusta
- Roquefort
- Rosette
- Rouille
- Roux
- Saffron
- Sally Lunn
- Saltimbocca
- Sambals
- Sambuca
- Samosas
- Sangria
- Sashimi
- Saucisse
- Sauternes
- Savarin
- Seviche
- Sevruga caviar
- Shortbread
- Sorbet
- Soy sauce
- Sponge cake
- Strudel
- Subric
- Sukiyaki
- Sur la plat
- Sushi
- Syllabub
- Tabasco sauce
- Tabbuleh
- Table d'hote
- Tapas
- Tapenade
- Tarok
- Tart tatin
- Tartare
- Teriyaki
- Terrine
- Tiramisu
- Tortellini
- Tortillas
- Tourner
- Trifola
- Trinity
- Truffle
- V.Q.P.R.D.
- Waldorf salad
- White truffle
- White truffle
- Α λ' αλσασιέν
- Α λα
- Α λα αματριτσιάνα
- Α λα γκρέκ
- Α λα λυοναίζ
- Α λα μενιέρ
- Α λα πρινσές
- Α λα προβενσάλ
- Αmuse-bouche
- Αβγοτάραχο
- Αγγλικές μουστάρδες
- Αγιάδα
- Αγιολί
- Αγκάρ
- Αγουαρδιέττε
- Αγουρο κρασί
- Αγριόπρασο
- Αεριούχα κρασιά
- Ακανές
- Ακροκώλιο
- Ακτινίδιο
- Αλ ντέντε
- Αλ' αθενιέν
- Αλ' αμερικέν
- Αλ' ορόρ
- Αλάσκα ψημένη
- Αλιβάρβαρα
- Αλισίβα
- Αλιφώνι
- Αλμη
- Αλμπονδίγας
- Αλογονουρά
- Αλουσιά
- Αμαρέτι
- Αμαρέττο
- Αμερικάνικη μουστάρδα
- Αμυγδαλόγαλο
- Αμυγδαλόπαστα
- Αμύγδαλα ασπρισμένα
- Αμύγδαλα εφιλέ
- Αν κρούτ
- Ανάβω
- Αναρή
- Ανδράκλα
- Ανεβατό
- Ανηθος
- Ανθότυρο
- Ανισο το τράγιο
- Αντιπάστο
- Αντρεκότ
- Αντρεκότ Λυωναίζ
- Απεριτίφ
- Αραβοσιτέλαιο
- Αρμεξιά Ανδρου
- Αρμόγαλο Σάμου
- Αρσενικό Νάξου
- Αρωματικά χόρτα
- Ασιέτ ανγκλαίζ
- Ασκαλώνιο
- Ασκόλυμπρος
- Ασπικ
- Ασπρη μουστάρδα
- Ασπρη τρούφα
- Αυγα Benedict
- Αυγοκόβω
- Αυγολέμονο
- Αφρώδη κρασιά
- Αφτούδια
- Αχνίζω
- Αχνισμα
- Βάτος
- Βαλάνες
- Βανίλια
- Βασιλικός
- Βελάνισσα
- Βερμιτσέλι
- Βινεγκρέτ
- Βισιρίδα
- Βισσισουάζ
- Βλάχος
- Βλήτα
- Βλαχοτύρι
- Βολ ω βαν
- Βολάκι
- Βούτυρο demi sel
- Βούτυρο κλαριφιέ
- Βούτυρο Ντεβιλ
- Βρούβες
- Γάις
- Γάλα ζαχαρούχο
- Γάλα μακράς διαρκείας
- Γάλα μη παστεριωμένο
- Γάλα παστεριωμένο
- Γάλα σε σκόνη
- Γάλα συμπυκνωμένο
- Γάστρος
- Γένι του λαγού
- Γαλλικές σούπες
- Γαλοτύρι
- Γαρίφαλλο
- Γαρδούμπα
- Γερμανικές μουστάρδες
- Γιαπράκια
- Γιαχνί
- Γιδοτύρι
- Γιομίδια
- Γιορτή
- Γιουβέτσι
- Γιουβαρλάκια
- Γιουφκά
- Γκάμπο
- Γκίζα
- Γκαβόψαρα
- Γκαράμ μαζάλα
- Γκασπάτσο
- Γκιούλμπασι
- Γκοργκονζόλα
- Γκούλας
- Γκρίλ
- Γκρατέν
- Γκρατινάρω
- Γκρατιναρισμα
- Γκόγκες
- Γλάσο
- Γλασάρω
- Γλιστρίδα
- Γλυκάνισο
- Γλυκο Φούλ
- Γλυκό κρασί
- Γλυκόζη
- Γούστερ σώς
- Γρέντζος
- Γραβιέρα Αγράφων
- Γραβιέρα Κρήτης
- Γραβιέρα Νάξου
- Γραβιέρα Τήνου
- Γρανίτα
- Γρεναδίνη
- Γυλωμένο
- Δέσιμο
- Δαφνόφυλλα
- Δενδρολίβανο
- Διαυγάζω
- Δυόσμος
- Είδη μοσχαρίσιου φιλέτου
- Εκλέρ
- Ελαιόλαδο
- Ελαϊκή
- Εμουλσιόν
- Ενζυματική Αμαύρωση
- Εντράδα
- Εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο
- Επιτραπέζια κρασιά
- Ερυθρωπός οίνος
- Ερυθρός οίνος
- Εσκαλιβάδα
- Ζάχαρη Ντεμεράρα
- Ζαμπαλιόνε
- Ζαμπόν
- Ζαπλαρίκος
- Ζαφορά
- Ζεμάτισμα
- Ζιλαδιά
- Ζοχός
- Ζούλα βραστή
- Ζυλιέν
- Ζωμός
- Ημίξηρο κρασί
- Ημιαφρωδες κρασί
- Ημιγλυκο κρασί
- Ησυχο κρασί
- Θηλυκοτύρι Νάμου
- Θρούμπι
- Θυμάρι
- Ινδικές πίκλες
- Ιρλανδέζικο στιφάδο
- Ισλί
- Ιταλικές μουστάρδες
- Κάππαρη
- Κάρδαμο
- Κάστερ πάουντερ
- Κέτσαπ
- Κέφαλος
- Καβουρδίζω
- Καβουρμάς
- Καζάν ντιμπί
- Καθούρα
- Κακκαβιά
- Καλαθάκι
- Καλβαντός
- Καλκάνι
- Καλτσούνια
- Κανέλλα
- Καναπεδάκια
- Κανελλόνια
- Καπάκι
- Καπονάτα
- Καπόνι
- Καπόνι (κότα)
- Καρέμ
- Καρίνα
- Καραμέλα
- Καραμελέ
- Καρμπονάρα
- Καρπάτσιο
- Καρυδόψιχα
- Καρύκευμα
- Κασάτα
- Κασάτο παγωτό
- Κασέρι
- Κασουλέ
- Κατσικίσιο τυρί Μετσόβου
- Καυκαλήθρες
- Καφές ρομπούστα
- Κεμπαπ
- Κεφίρ
- Κεφαλογραβιέρα
- Κεφαλοτύρι
- Κιλότο
- Κιμάς αρνίσιος
- Κιμάς μοσχαρίσιος
- Κιμάς χοιρινός
- Κιουι
- Κιρς
- Κις
- Κλαφουτί
- Κλωτσοτύρι
- Κοκ α λικι σούπα
- κοκ ω βεν
- Κοκίγ
- Κοκορέτσι
- κοκότ
- Κολοκάσι
- Κολομπίνα
- Κολοπίμπιρι
- Κολοχτύπα
- Κονκασέ
- Κονκασέ
- Κονσομέ
- Κονφί
- Κορίανδρος ή Κόλιανδρος
- Κορν φλάουρ
- Κοσέρ
- Κοτετσίνο
- Κοτολέτα
- Κοτόπουλο βιολογικής εκτροφής
- Κοτόπουλο εκτροφής
- Κοτόπουλο νανάκι
- Κοτόπουλο παραδοσιακής εκτροφής
- Κουαντρό
- Κουλιμπιάκ
- Κουμ κουάτ
- Κουρ-μπουγιόν
- Κουρκουμάς
- Κουρκουτσέλια
- Κουσκούς
- Κουτβαράς
- Κούκος
- Κούπ
- Κούπες
- Κράκερ
- Κρέας γενικά (κομμάτια)
- Κρέμα royal
- Κρέμα μπαβαρουάζ
- Κρέμα πατισερί
- Κρέπες
- Κρίταμο
- Κραπφεν
- Κρασί
- Κρασί chambre
- Κρεμόριο
- Κρεπάζ
- Κρεπινέτες
- Κρεόλ
- Κροκ μεσιε
- Κροκ μεσιε
- Κροκέτα
- Κροκανμπους
- Κροστίνι
- Κρουστάντ
- Κρουτόν
- Κρόκος Κοζάνης
- Κρόν
- Κόμπλερ
- Κόντρα φιλέτο
- Κόπα
- Κόρν μπίφ
- Κύμινο
- Λάιμ
- Λάνγκ ντε σά
- Λάπα
- Λάπαθα ή Λάπατα
- Λάρδωμα
- Λαγοτό
- Λαγόχορτο
- Λαδοτύρι Ζακύνθου
- Λαζάνια
- Λαιμός
- Λακέρδα
- Λαρντόν
- Λαυκίνος
- Λευκός οίνος
- Λιαστές ντομάτες
- Λιπαρίτης
- Λουκάνικα Φρανκφούρτης
- Λουκούμια
- Λούπινο
- Λούτζα
- Μάγκνα Κάουντα
- Μάντολες
- Μάραθος
- Μάφιν
- Μαγιάτικο
- Μαγιονέζα
- Μαγκίρι
- Μακαρόν
- Μαλάκα
- Μαλιγκατάνι
- Μαλλιά αγγέλου
- Μαλοσόλ
- Μανέστρα μπούρου-μπούρου
- Μανούρα
- Μανούρι
- Μαντί
- Μαντζουράνα
- Μαντλέν
- Μαντολάτο
- Μαπλ
- Μαρέγκα
- Μαρίζ
- Μαραίνω
- Μαρενγκό
- Μαρζιπάν
- Μαρινάδα
- Μαρινάρα
- Μαρινάρισμα
- Μαρσαλα
- Μασεντουάν
- Μασκαρπόνε
- Μαστέλο Χίου
- Ματελότ
- Ματινιόν
- Μαχαίρι Παλέτ
- Μαχαίρι του Σέφ
- Μαχαίρια
- Μαϊντανός
- Μαύρη μουστάρδα
- Μελάνζ
- Μελίχλωρο
- Μελισσόχορτο
- Μελμπά
- Μενού
- Μενού α λα κάρτ
- Μετσοβέλα
- Μετσοβόνε
- Μηλίτης
- Μιλανέζ
- Μιλφέιγ
- Μινεστρόνε
- Μιξτ γκρίλ
- Μιρεπουά
- Μορνέ
- Μορχέλλες
- Μοσκοβίτ
- Μοσχάρι Γουέλιγκτον
- Μοσχοκάρυδο
- Μοτσαρέλα
- Μους
- Μουσκοβάντο
- Μουστάρδα
- Μουστάρδα de Meaux
- Μουστάρδα serf
- Μουστάρδα διαίτης (dietsenf)
- Μουστάρδα ζένφ
- Μουστάρδα Πουάβρ βερ
- Μουστάρδα του Bordeaux
- Μουσταρδέλαιο
- Μούλιασμα
- Μούλιασμα
- Μούς
- Μπάγκελ
- Μπάγκνα-Κάουντα
- Μπάντζος
- Μπέικον
- Μπέλ Ελέν
- Μπέν Μαρί
- Μπέρ μανιέ
- Μπέϊκιν πάουντερ
- Μπίσκ
- Μπαβαρουάζ
- Μπαγκέττα
- Μπαζίνα
- Μπακαλιάρος Μπιάνκο
- Μπακλαβάς
- Μπαλοτίν
- Μπαλσάμικο ξύδι
- Μπανάνα σπλίτ
- Μπανκέτα
- Μπαρκέτ
- Μπαρόν
- Μπασκέζ
- Μπατζίσιο
- Μπενιέ
- Μπερναίζ
- Μπεσαμέλ
- Μπιεν κουϊ
- Μπιριάνι
- Μπιρμπιλόνια
- Μπισκότα
- Μπισκότα Garibaldi
- Μπισκότα Σαμπλέ
- Μπλίνι
- Μπλανκέτ
- Μπλατσάρα
- Μπλουγούρι
- Μπολίτο μίστο
- Μπουγιαμπέσα
- Μπουγκατίνι
- Μπουκέ γκαρνί
- Μπουντέν
- Μπουρδέτο
- Μπουρντούνι
- Μπουσέ
- Μπουσκαϊόλα
- Μπουσκαϊόλα
- Μπουφές
- Μπράντυ μπάτερ
- Μπράουνις
- Μπρί
- Μπραιζέ
- Μπραντάδ
- Μπραντάντ
- Μπρεζάολα
- Μπριζέ
- Μπριός
- Μπρουσκέττες
- Μπρυλέ
- Μπρυνουάζ
- Μπύρα Bitter
- Μπύρα Bock
- Μπύρα Lager
- Μπύρα Pilsner (Pils)
- Μπύρα Stout
- Μυζήθρα
- Μυλοκόπι
- Μυξινάρι
- Μυρωδικά και μπαχαρικά
- Μυτάτο
- Νori
- Ναβαρέν
- Ναπέ
- Ναπολιτάνα
- Νατυρ
- Νισεστές
- Νιόκι
- Νιόκος
- Νουά
- Νουγκά
- Νουγκατίνα
- Νούμπουλο
- Νούντλς
- Ντάκος
- Ντάμπλινγκς
- Ντίπ
- Νταναμπλού
- Νταριόλ
- Νταρτουά
- Ντεγκιστασιόν
- Ντεγκορζέ
- Ντηξέλ
- Ντιάμπλ
- Ντιζονέ
- Ντολμάς
- Ντοματάκια Κρήτης
- Ντρέσσινγκ
- Ντυξέλ
- Ντυσές
- Ντωφινουαζ
- Ντώμπ
- Ξίγαλα Σητείας
- Ξαίνω
- Ξινομυτζήθρα
- Ξινό Τζιάς
- Ξύδι απο μηλίτη
- Ξύδι απο ρύζι
- Ξύδι απο σέρι
- Ξύσμα
- Ογκρατέν
- Ολ σπάις
- Ορετσιέττι
- Ορντέβρ
- Οσσο μπούκο
- Π.Ο.Π
- Πάβλοβα
- Πάνκεικ
- Πάνκεικ
- Πάπρικα
- Πάπρικα
- Πάστωμα
- Πέννες
- Πέστο
- Πέστο
- Πίγκα
- Πίκλες μουστάρδας
- Πίτσα καπριτσιόζα
- Πίτσα Μαργαρίτα
- Πίτσα Μαρινάρα
- Πίτσα μαρινάρα
- Παέγια
- Πακόρας
- Παλαμίδα
- Παλμιέ
- Παλμιέ
- Παμπερνίκελ
- Πανάδα
- Πανάρισμα
- Πανέ
- Πανετόνε
- Πανετόνε
- Πανκέικ
- Πανσέτα
- Παντελής
- Παντεσπάνια
- Παπάγια
- Παπαλίνα
- Παπαρδέλες
- Παπιγιότ
- Παρθένο ελαιόλαδο
- Παρμαντιέ
- Παρμεζάνα
- Παρμεζάνα
- Πασά λουκούμ
- Πασπάλισμα
- Παστελαρία
- Παστιτσάδα
- Παστουρμάς
- Παστράμι
- Παστρόκιο
- Παστό
- Πατάτες Duchess
- Πατάτες Αννα
- Πατάτες ντοφίν
- Πατάτες ντυσές
- Πατάτες ντωφίν
- Πατισερί
- Πεκορίνο Ρομανο
- Πεπερονάτα
- Πεπερόνι
- Περγαμόντο
- Περσιγιάντ
- Περχαροτύρι
- Πεσκανδρίτσα
- Πετρωτό
- Πεϊζάνα
- Πηκτίνη
- Πηχτή
- Πηχτόγαλο
- Πικάρισμα
- Πικάτα
- Πιμέντο
- Πιμιέντο
- Πιπέρι
- Πιπερόριζα
- Πιροσκί
- Πισαλαντιέρ
- Πιστού
- Πλευρώτους
- Πλιγούρι
- Πολέντα
- Ποντίκι
- Ποπ κορν
- Ποπιέτα
- Πορπέτες
- Πορτογαλλικές σούπες
- Ποσάρω
- Ποσέ
- Ποτ ο φέ
- Πουλιέζε
- Πουτανέσκα
- Πρέντζα
- Πρεσαλέ
- Προβάτσες
- Προσούτο
- Προφιτερόλ
- Πτι φούρ
- Πόντς
- Πόσσιας
- Ράγιες
- Ρίγανη
- Ραβιόλια
- Ραδίκι του βράχου
- Ραντίτσιο
- Ραντιατόρι
- Ρατατούιγ
- Ρατατούιγ
- Ραταφιά
- Ραχατ λουκούμ
- Ρεμουλαν
- Ρεμπλοσόν
- Ρετσίνα
- Ριγκατόνι
- Ριγκατόνι 4 τυριά
- Ρικότα
- Ρισόλ
- Ροζέ κρασί
- Ροκφόρ
- Ροσόλι
- Ρουίγ
- Ρού
- Ρούμ μπαμπά
- Ρυζότο
- Ρόστ μπίφ
- Ρύζι Arborio
- Ρύζι parboiled
- Ρύζι για ρυζόττο
- Ρύζι Καρολίνα
- Ρύζι μπασμάτι
- Ρύζι νυχάκι
- Ρύζι-μπίζι
- Ρώσικη Σαλάτα
- Σάλτσα Chasseur
- Σάλτσα coulis
- Σάλτσα Cumberland
- Σάλτσα Gribiche
- Σάλτσα Louis
- Σάλτσα Reform
- Σάλτσα Verde
- Σάλτσα α λα φορεστιέρ
- Σάλτσα ανταλούζ
- Σάλτσα Αραμπιάτα
- Σάλτσα Βελουτέ
- Σάλτσα Εσπανιόλ
- Σάλτσα ματελότ
- Σάλτσα μισελέν
- Σάλτσα Μορνέ
- Σάλτσα μουσκεταίρ
- Σάλτσα Μπεαρναίζ
- Σάλτσα μπεσαμέλ
- Σάλτσα Μπολονέζ
- Σάλτσα Μπορντελαίζ
- Σάλτσα Ναπολιταίν
- Σάλτσα νορμάν
- Σάλτσα ντεμι-γκλάς
- Σάλτσα Ολλανταίζ
- Σάλτσα πέστο
- Σάλτσα περιγκέζ
- Σάλτσα Πικάντ
- Σάλτσα Πισαλαντιέρ
- Σάλτσα Πορτουγκίζ
- Σάλτσα πουτανέσκα
- Σάλτσα Προβενσάλ
- Σάλτσα Ραβιγκότ
- Σάλτσα Ρεμουλάν
- Σάλτσα Ρομπερ
- Σάλτσα ρουϊγ
- Σάλτσα Σισιλιέν
- Σάλτσα σόγιας
- Σάλτσα ταρταρ
- Σάλτσα τσίλι
- Σάλτσα χάρβεϊ
- Σάλτσα χαρίσσα
- Σάμαλι
- Σάν Μιχάλη
- Σάντουιτς
- Σέλερι
- Σέπες
- Σέρι
- Σίλαμπαμπ
- Σίρνα
- Σίτεμα
- Σαβαρέν
- Σαβαρέν
- Σαβόρο
- Σακε
- Σαλάδο
- Σαλάτα Brunswick
- Σαλάτα Green Goddess
- Σαλάτα Panzanella
- Σαλάτα Waldorf
- Σαλάτα Νισουάζ
- Σαλάτα του Καίσαρα
- Σαλέπι
- Σαλμί
- Σαλτιμπόκα
- Σαμπούκα
- Σαμπρέ
- Σαμόζας
- Σανγκρία
- Σαντιγύ
- Σαράι λουκούμ
- Σαραγλί
- Σαρλότ
- Σαρλότ ρύς
- Σασίμι
- Σατωμπριάν
- Σαφράν
- Σεβίς
- Σεκέρ παρέ
- Σεμιζάρισμα
- Σεν Ονορέ
- Σερνικοβότανο
- Σησαμέλαιο
- Σιβέ
- Σικορέ
- Σιμπουκουκίρα
- Σιμπουλέ
- Σινουά
- Σιρόν
- Σιτάκα
- Σιφονάντ
- Σκαλοπίνια
- Σκιός
- Σκοτύρι Ιου
- Σκόλυμος
- Σκόρδο
- Σμόργκασμπροντ
- Σομελιέ
- Σορμπέ
- Σορτμπρεντ
- Σοσίς
- Σοτέρν
- Σουκιγιάκι
- Σουκρούτ
- Σουρίμι
- Σουτζούκ λουκουμ
- Σοφρίτο
- Σοφρίτο Λαχανικών
- Σού
- Σούνια
- Σούπα
- Σούπα Borsch
- Σούπα coulis
- Σούσι
- Σπαλομπριτζόλα
- Σπετσοφάϊ
- Στάκα
- Στάλπη
- Στήθος-στηθοπλευρές
- Στίλτον
- Στακοφύσι
- Σταμναγκάθι
- Στουφάδο
- Στραγάλια
- Στραπατσάδα
- Στρογγυλό
- Στρούντελ
- Στύφνος
- Συκομαϊδα
- Συμπρίκ
- Σφολιάτα
- Σχινόπρασσο
- Σχιουφιχτά
- Σωτάρισμα
- Σωτάρω
- Σόγια
- Σύγκλινο
- Τάκος
- Τάπας
- Τάρτα τατέν
- Ταμπάσκο
- Ταμπλ ντ'οτ
- Ταμπουλέ
- Ταντούρι
- Ταούκ Γκιουσού
- Ταπενάντ
- Ταπιόκα
- Ταραξάκο
- Ταρατόρ
- Ταρτάρ
- Ταρόκ
- Ταχίνι
- Τελεμές
- Τεμπάλ
- Τεμπούρα
- Τερίν
- Τεριγιάκι
- Τζίντζερ
- Τζαμπαλάγια
- Τζιντζιμπύρα
- Τινγκολα
- Τιραμισού
- Τορτίγιας
- Τορτελίνια
- Τουλουμοτύρι
- Τουλούμπα
- Τουρνέ
- Τουρνεντό
- Τουρνεντό Ροσσίνι
- Τουτουμάκια
- Τράνς
- Τράϊφλ
- Τρέβλα
- Τρίνιτι
- Τραγάκι
- Τριγωνίσκος ή Τριγωνέλλα
- Τριφτάδες
- Τριφτιλίδια
- Τριφτούδια
- Τρούφα
- Τρούφες
- Τσάγαλο
- Τσάτνεϊ
- Τσάτνυ
- Τσάϊβ
- Τσίλι
- Τσίλι κον κάρνε
- Τσίρος
- Τσακιστή μυζήθρα
- Τσαλαφούτι
- Τσαντερέλ
- Τσαπάτι
- Τσιγαρέλια
- Τσιλίχουρδα
- Τσιπολάτα
- Τσοπστικς
- Τσορίθο
- Τσουκαλόκαυτο
- Τσουκνίδα
- Τυρί βικτώρια
- Τυρί κορφού
- Τυρί Κότατζ
- Τυρί Μασκαρπόνε
- Τυρί μοτσαρέλα
- Τυρί παρμεζάνα
- Τυρί ρικότα
- Τυρί ροκφόρ
- Τυρί Στίλτον
- Τυρι Μοτσαρέλα
- Τυρογλιάτα
- Τυροζούλι
- Τυρόγαλα
- Τόφου
- Φάβα παντρεμένη
- Φάτζ
- Φέτα
- Φαγόπυρο
- Φαλαφελ
- Φαρσί
- Φαρφάλες
- Φαρφάλλες
- Φασκόμηλο
- Φασούγια με πετσαλίνα
- Φασόλια φλαζολέ
- Φατουράδα
- Φεγιετέ
- Φεναλάρ
- Φετουτσίνι
- Φεϊζογιάδα
- Φιγαδέλια
- Φιλέ μινιόν
- Φιλέτο (μόσχου)
- Φιλαδέλφεια
- Φις μπόλς
- Φλάν
- Φλάπζακ
- Φλαμπέ
- Φλομάρια
- Φλωρεντίν
- Φογάτσα
- Φοκάτσια
- Φον
- Φοντί μπουργκινιόν
- Φοντί σαβαγιάρ
- Φοντί, κινέζικη
- Φοντίνα
- Φοντύ
- Φουά γκρά
- Φουσίλι
- Φράτσια
- Φρέντς ντρέσσινγκ
- Φρίτο μίστο
- Φριγαδέλια
- Φρικασέ
- Φρικασέ, ελληνικό
- Φριτάτα
- Φριτούρα
- Φριτό
- Φρουϊ γλασέ
- Φρυγανιά Ζακύνθου
- Φυμέ
- Χάς
- Χαβιάρι
- Χαβιάρι Μαλοσόλ
- Χαβιάρι, κόκκινο
- Χαλούμι
- Χανούμ λουκούμ
- Χλωρό
- Χοιροβότανο
- Χορσράντις
- Χούμους
- Χρένο
- Χριστόψαρο
- Χόνδρος
- Χότ ντογκ
- Ω μπλέ
Sunday, 27 May 2007
Ναβαρέν
Μπράντυ μπάτερ
Μια πηχτή σάλτσα από βούτυρο, ζάχαρη, μπράντυ και μπαχαρικά, που παραδοσιακά σερβίρεται στην Αγγλία με την χριστουγεννιάτικη πουτίγκα.
Brandy butter
Brandy butter
Μαχαίρι του Σέφ
Μαχαίρια διάφορα
Μαχαίρι κοπής κρέατος /ψαριού σε φέτες. Μερικά απο αυτά συνοδεύονται και με πιρούνι για να κρατούν το κομμάτι σταθερό ενώ το κόβει η λεπίδα.
Μαχαίρι ξακρίσματος. Είναι ένα μικρό σε μέγεθος μαχαίρι με κοφτερή λεπίδα που χρησιμοποιείται σε ξεφλουδίσματα λαχανικών/φρούτων κλπ.
Μαχαίρι ψωμιού. Εχει συνήθως πριονωτή κόψη και δεν ακονίζεται εύκολα. Γι αυτό το λόγο πολλοί σέφ δεν το πολυχρησιμοποιούν στην κοπή κρεάτων.
Μαχαίρι ξακρίσματος. Είναι ένα μικρό σε μέγεθος μαχαίρι με κοφτερή λεπίδα που χρησιμοποιείται σε ξεφλουδίσματα λαχανικών/φρούτων κλπ.
Μαχαίρι ψωμιού. Εχει συνήθως πριονωτή κόψη και δεν ακονίζεται εύκολα. Γι αυτό το λόγο πολλοί σέφ δεν το πολυχρησιμοποιούν στην κοπή κρεάτων.
Μαχαίρι για ξεκοκκάλισμα. Εχει συνήθως μία πολύ λεπτή λεπίδα για να κινείται ευέλικτα μέσα στις σάρκες απελευθερώνοντάς τες απο τα κόκκαλα.
Μαχαίρι για οστρακοειδή, η λάμα του είναι αρκετά κοφτερή και μυτερή για να μπαίνει μέσα στη σχισμή του όστρακου και να τα ανοίγει.
Μαχαίρι για γαρίδες - Aυτό το μαχαίρι χρησιμοποιείται για να αφαιρούμε τη ραχιαία φλέβα που έχουν οι γαρίδες χωρίς να τις τραυματίζουμε.
Μαχαίρι τυριού, δεν εχει πολύ κοφτερή λαβή η άκρη του πολλές φορές έχει δύο δόντια σαν πιρούνι, για να σηκώνει το κομμένο κομμάτι του τυριού απο τον δίσκο.
Μαχαίρι για κάστανα, χρησιμοποιείται για ν' κόβει το περίβλημα του καρπού πρίν το ψήσιμο. Χαράσουμε κατ' αρχήν ένα σταυρό ή ένα "Χ" πάνω στο περίβλημα και μετά το βάζουμε στη φωτιά.
Ceramic Knife - A knife with a blade made from zirconium oxide, also referred to as ceramic zirconia, a very durable and hard substance that is only slightly softer than the hardness of diamonds. With a blade harder than steel, knives made from industrial ceramic do not easily dull and will maintain an exceptionally sharp edge before being required to be sharpened. Industrial ceramic, which is made by heating the base materials to exceptionally high temperatures, results in a substance that has a high degree of purity, removing most of the impurities that make ceramic materials brittle. Ceramic knives are excellent for slicing through a variety of foods, making thin slices an easy task. However, use on harder materials, such as bones and hard textured foods may result in chipped or broken blades, due to the hard and rigid blade materials that are not as flexible as more common metals. Also, if the blade hits or is dropped accidently on a hard tile floor, it may chip part of the blade but will not shatter it. Factory repair of the blade is an option if the blade becomes damaged. Ceramic knives will not need sharpening as often as other metal knives, but will require that the person doing the sharpening be qualified to sharpen ceramic materials.
Friday, 25 May 2007
Ρύζι για ρυζότο
Ιταλικό άσπρο ρύζι με στρογγυλούς κόκκους κατάλληλο για τα ρυζότο. Έχει την ιδιότητα να απορροφά περισσότερο υγρό από τα υπόλοιπα ρύζια χωρίς να λασπώνει. Μια γνωστή ποικιλία είναι το Arborio, το Vialone nano και το Carnaroli.
Ρατατούϊγ
Παστελαρία
Είδος γλυκού που αποτελειται απο ξερά σύκα που πασπαλίζονται με σουσάμι και κανέλα. Υπάρχει σχεδόν σε όλα τα νησιά των Κυκλάδων
Πανετόνε
Πανέ
Σημαίνει πασπαλίζω μια τροφή (π.χ. ένα σνίτσελ, ένα φιλέτο ψαριού, κοτόπουλου κλπ) με αλεύρι πρώτα, μετά γαλέτα (κοπανισμένη φρυγανιά) και το τηγανίζω ή ψήνω στη σχάρα. Πέρα απο γαλέτα μπορεί να πασπαλισθεί με τριμμένους ξηρούς καρπούς.
Γαλλικός όρος Paner
Γαλλικός όρος Paner
Παλμιέ
Γούστερ σώς
Είναι μία πικάντικη σάλτσα σκούρου χρώματος της αγγλικής μαγειρικής που παρασκευάζεται κυρίως απο μελάσσα, ζωμό κρέατος και αντζούγιες, κρεμμυδάκια, σκόρδο και μπαχαρικά.
Ιστορία
Το 1835 ο λόρδος Sandys έδωσε μία παραγγελία σε δύο φαρμακοποιούς, στον John Lea και στον William Perrins, να φτιάξουν μία σάλτσα σαν εκείνες που έτρωγε όταν ζούσε στην Ινδία. Οταν οι φαρμακοποιοί φτιάξαν τη σάλτσα, δεν ικανοποιήθηκαν με το αποτέλεσμα. Ξέχασαν να ξεφορτωθούν το προϊόν των κόπων τους που έμεινε περίπου 2 χρόνια μέσα σε ένα βαρέλι, όπου το ξαναβρήκαν τυχαία. Δοκίμασαν το μείγμα και βρήκαν πως είχε γεύση σαν πικάντικο κρασί. Ετσι δημιουργήθηκε η εν λόγω σάλτσα που στην αρχή ονομαζόταν Lea&Perrins Sauce.
Ιστορία
Το 1835 ο λόρδος Sandys έδωσε μία παραγγελία σε δύο φαρμακοποιούς, στον John Lea και στον William Perrins, να φτιάξουν μία σάλτσα σαν εκείνες που έτρωγε όταν ζούσε στην Ινδία. Οταν οι φαρμακοποιοί φτιάξαν τη σάλτσα, δεν ικανοποιήθηκαν με το αποτέλεσμα. Ξέχασαν να ξεφορτωθούν το προϊόν των κόπων τους που έμεινε περίπου 2 χρόνια μέσα σε ένα βαρέλι, όπου το ξαναβρήκαν τυχαία. Δοκίμασαν το μείγμα και βρήκαν πως είχε γεύση σαν πικάντικο κρασί. Ετσι δημιουργήθηκε η εν λόγω σάλτσα που στην αρχή ονομαζόταν Lea&Perrins Sauce.
Worcestershire sauce
Βούτυρο Ντέβιλ
Βούτυρο χτυπημένο με μουστάρδα, γούστερ σως, ταμπάσκο και πιπέρι καγιέν (κόκκινο). Πλάθεται σε ρολό και τυλίγεται με αλουμινόχαρτο. Μπαίνει στο ψυγείο για να σκληρύνει και κόβεται σε λεπτές ροδέλες που μπαίνουν πάνω από κρέατα της σχάρας ή ψάρια για να τα νοστιμίσουν.
Devil butter
Devil butter
Οσσο Μπούκο
Ιταλική σπεσιαλιτέ από την Λομβαρδία, από κότσι μοσχαριού που κόβεται σε φέτες και μαγειρεύεται σε σάλτσα τομάτας και κρασιού με λαχανικά και ζωμό κρέατος.
Osso bucco
Μαχαίρι Παλέτ
Τσάτνει
Πολτός ελαφρώς αρωματισμένος απο ψιλοκομμένα φρούτα, λαχανικά ή και μυρωδικά. Εχει γλυκιά γεύση και συγχρόνως καυτερή. Χρησιμοποιείται ωμός ή βρασμένος σαν επιτραπέζιο μπαχαρικό ή σάλτσα που προστίθεται με κουτάλι στο πιάτο. Κατάγεται απο την Ινδία του 19ου αιώνα. Η δυτική εκδοχή του, είναι με μήλα, κρεμμύδια, σκόρδο, ξύδι, τομάτες, ζάχαρη και μπαχαρικά. Η ανατολίτικη περιέχει συχνά και εξωτικά φρούτα. Η γνωστότερη είναι το τσάτνεϊ με μάνγκο.
Chutney
Πακόρας
Λουκουμάδες με λαχανικά από την Ινδία με χυλό φτιαγμένο από ρεβυθάλευρο. Τηγανίζονται σε φριτέζα και σερβίρονται με τσάτνι (Chutney)
Pakorhas
Pakorhas
Πιμιέντο
Ολ σπάϊς
Δένδρο που κατάγεται απο την Νότια Αμερική. Είναι γνωστό στο εμπόριο ως πιμέντο (pimento) . Το άρωμά του είναι ένα μείγμα από άρωμα κανέλλας, γαρύφαλλου και μοσχοκάρυδου και χρησιμοποιείται στη μαγειρική και ζαχαροπλαστική για να αρωματίζει ραγού με μοσχάρι, πίκλες, πιάτα με μήλα, στη σάλτσα ντομάτα, κέηκ με φρούτα, πουτίγκες και μαρινάδες.
Allspice - Jamaica Pepper - Pimento
Pimento dioca
Ντεγκορζέ
Σημαίνει καθαρισμός και απομάκρυνση ανεπιθύμητων ουσιών από φαγητά ή ποτά.
Γαλλικός όρος Degorger
Γαλλικός όρος Degorger
Saturday, 19 May 2007
Μπραντάντ μπακαλιάρου
Eνα φαγητό από την Προβηγκία από πουρέ βρασμένου και ξαρμυρισμένου παστού μπακαλιάρου, αναμεμειγμένου με ελαιόλαδο, γάλα, συνήθως σκόρδο, χυμό λεμονιού και αρωματικών. Τρώγεται χλιαρό με τηγανισμένο ψωμί.
Brandade de morue
Σάλτσα Μπολονέζ
Σάλτσα από κιμά μοσχαρίσιο, αρωματισμένο με κρεμμύδι, ντομάτες, καμιά φορά σκόρδο και μπέικον, αρωματικά χόρτα, μπαχαρικά και λίγη ζάχαρη.
Συνοδεύει ζυμαρικά.
Ιταλικής προέλευσης Sauce bolognese
Κοκότ
Ορος που αφορά βαριά πυράντοχα σκεύη με σκέπασμα ειδικά για το ψήσιμο στο φούρνο μαγειρευτών κρεάτων. Ο όρος έχει δοθεί σαν όνομα και σε μία γνωστή συνταγή με αυγά (αυγά au cocotte).
Γαλλικός όρος, Cocotte
Γαλλικός όρος, Cocotte
Κοκ ω βεν
Είναι μαγειρευτό κοτόπουλο, με κόκκινο κρασί, κρεμμύδια, σκόρδο, μπέικον, μανιτάρια, αρωματικά και καρυκεύματα.
Γαλλικός όρος Coq au vin
Γαλλικός όρος Coq au vin
Α λ' Αλσασιέν
Γαλλικός όρος μαγειρικής που σημαίνει την προσθήκη σουκρούτ ή πατάτας στο συγκεκριμένο πιάτο.
à l'alsacienne
Language: French
a l' Alsacienne
à l'alsacienne
Language: French
Description: À l'alsacienne is French for "in the style of Alsace." There are various ways of preparing this. It may be a garnish of any of choucroute, ham, Strasbourg sausage, potatoes or foie gras and sometimes Riesling wine, often served with chicken, pork, pheasant, duck or goose or fish; noodles tossed in butter, mixed with diced truffles, Madeira sauce and foie gras; or a tartlet filled with sauerkraut, a round slice of ham and demi-glace.
a l' Alsacienne
Friday, 18 May 2007
Μπανκέτα
Αμυγδαλωτό γλυκό που παρασκευάζεται με φλούδες μανταρινιού και σερβίρεται με ζάχαρη άχνη.
Κερκυραϊκής προέλευσης.
Κερκυραϊκής προέλευσης.
Μπουρδέτο
Βραστός σκορπιός ή γαλέος ή μπακαλιάρος παστός ξαλμυρισμένος καλά, με κόκκινη καυτερή σάλτσα (πολύ κοκκινοπίπερο και καυτερή πιπεριά ολόκληρη), που στο τέλος σβήνεται με χυμό φρέσκου λεμονιού.
Bordeto Βενετσιάνικης προέλευσης
Bordeto Βενετσιάνικης προέλευσης
Σαμπρέ
Ορος που χαρακτηρίζει τη θερμοκρασία ενός τροφίμου ή ποτού. Ετσι όταν λέμε ότι ένα κρασί ή τυρί είναι "σαμπρέ" σημαίνει ότι έχουν θερμοκρασία δωματίου, άρα είναι κατάλληλα για κατανάλωση.
Γαλλική λέξη "chambre" που σημαίνει δωμάτιο
Συκομαϊδα
Παραδοσιακό Κερκυραϊκό σπιτικό γλυκό. Παρασκευάζεται απο σύκο και πορτοκαλάκια κουμ-κουάτ που ζυμώνονται όλα μαζί με ούζο, μαστίχα και μούστο και τυλίγονται σε φύλλο καρυδιάς.
Σαν παστέλι υπάρχει και στην Εύβοια
Σαν παστέλι υπάρχει και στην Εύβοια
Τσιτσιμπύρα
Αεριούχο αναψυκτικό αρωματισμένο με ζιγγίβερη-τζίντζερ, πιπερόριζα. Φτιάχνεται απο χυμό λεμονιού, φυσικό λεμονέλαιο, τριμμένη πιπερόριζα, άσπρες σταφίδες, νερό και ζάχαρη. Μετά απο 3 εβδομάδες ζύμωσης μέσα σε καζάνια είναι έτοιμη και σερβίρεται δροσερή απο το Πάσχα μέχρι και το Φθινόπωρο. Είναι πλέον το σήμα κατατεθεν των Επτανήσων.
Στην Αμερική και Ηνωμένο Βασίλειο έχουν ένα αντίστοιχο ποτό που το ονομάζουν Ginger Ale
Ginger-beer
.
Στην Αμερική και Ηνωμένο Βασίλειο έχουν ένα αντίστοιχο ποτό που το ονομάζουν Ginger Ale
Ginger-beer
.
Φουσίλι
Σαβόρο
Πιάντικη σάλτσα που αποτελείται απο ελαιόλαδο, ξύδι, σταφίδες, μυρωδικά (δάφνη, δενδρολίβανο, σκόρδο). Με τη σάλτσα αυτή περιχύνονται τηγανιτά ψάρια.
Κερκυραίκης προέλευσης
Σοφρίτο
Φαγητό που αποτελείται απο λεπτοκομμένα κομμάτια μοσχαρίσιου κρέατος. Το τσιγαρίζουμε με σκόρδο και μαϊντανό, σβήνετε με ξύδι.
Σερβίρεται με ρύζι ή πουρέ πατάτας.
Κερκυραϊκής προέλευσης.
soffrito
Ριγκατόνι 4 τυριά
Πιάτο με βάση τα ζυμαρικά τύπου "ριγκατόνι", κρέμα γάλακτος και ποικιλία τυριών στα οποία οπωσδήποτε περιλαμβάνεται το μπλέ τυρί.
Πορπέτες
Ετσι λένε οι Κερκυραίοι τους κεφτέδες με κόκκινη σάλτσα. Εναλλακτικά φτιάχνουμε ένα μείγμα απο αντζούγιες, πανσέτα, τυρί και μοσχοκάρυδο την οποία προσθέτουμε στον κιμά και τα ζυμώνουμε όλα μαζί.
Κερκυραϊκής προέλευσης.
Παστιτσάδα
Εϊδος φαγητού με μοσχαρίσιο κρέας (συνήθως μπούτι) παραγεμισμένο με λεπτοκομμένο σκόρδο, μαϊντανό. Γίνεται με σάλτσα ντομάτας, λάδι, κρεμμύδι, κανέλα, γαρύφαλλο, μοσχοκάρυδο, μπαχάρι, κύμινο και φύλλα δάφνης. Δένουν τη σάλτσα τόσο ώστε όταν πήξει να "βάφει τα μουστάκια". Στη χωριάτικη μορφή της χρησιμοποιούν αντί για μοσχάρι, κόκκορα. Επίσης φτιάχνουν και ψάρια - ψαρικά παστιτσάδα, όπως ο περίφημος αστακός-παστιτσάδα.
Είναι ένα δημοφιλές φαγητό στην Κέρκυρα και προσφέρεται σε επίσημα γεύματα και γιορτές.
Pastizzada Βενετσιάνικης προέλευσης
Π.Ο.Π
Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης.
Αφορά προϊόντα όπως η φέτα, τα φιστικια Αιγίνης, που έχει κατοχυρωθεί η ονομασία τους απο την Ευρωπαϊκή Ενωση σύμφωνα με τον τόπο προέλευσης τους και που πληρούν ορισμένες προδιαγραφές.
Wednesday, 16 May 2007
Νούντλς
Ποικιλία ζυμαρικού, από επίπεδες λεπτές λωρίδες. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία νουντλς που διαφέρουν στο μήκος, στο πλάτος και στο πάχος. Μερικά νουντλς περιέχουν και αυγό.
Noodles
Noodles
Αμαρέτι
Μικρά, ιταλικά γλυκά μπισκοτάκια με άρωμα πικραμύγδαλου που συνοδεύουν τον καφέ στο τέλος του γεύματος.
Ιταλικός όρος Amoretti or amaretti
Ιταλικός όρος Amoretti or amaretti
Αγιόλι
Είδος σάλτσας με βάση τη μαγιονέζα, αρωματισμένη με μπόλικο λιωμένο σκόρδο, ξύδι, χυμό λεμονιού, αυγά και σαφράν. Συνοδεύει κυρίως παστό μπακαλιάρο αλλά και ψάρια του γλυκού νερού, σαλάτες με τομάτα, και βραστά κρέατα.
Ιστορία. Η γαλλική λέξη για το σκόρδο είναι "ail." Στο παρελθόν η σάλτσα αυτή είχε την επωνυμία "βούτυρο της Προβηγκίας"γιατί πίστευαν ότι η καταγωγή της ήταν απο εκείνη την περιοχή.
Γαλλικός όρος Aioli
Φουά γκρά
Το ανοιχτόχρωμο, καλοθρεμένο συκώτι της χήνας για χάρη του οποίου οι χήνες εκτρέφονται ειδικά (και υπερβολικά) σε ορισμένες περιοχές της Νοτιοδυτικής Γαλλίας. Εκλεκτό και πολύ ακριβό ντελικατέσσεν. Στα γαλλικά σημαίνει "παχύ συκώτι".
Εχει γεύση βουτηρώδη και πολύ "γεμάτη". Διατίθεται ολόκληρο, σε φέτες ή σε μορφή πατέ, ωμό, ψημένο ή και μισοψημένο σε γυάλινες συσκευασίες, πήλινες ακόμη και σε κονσέρβες.
Γαλλικός όρος fois gras
Ντοματάκια Κρήτης
Μικρά ντοματάκια που πωλούνται συνήθως σε τσαμπιά, έχουν γλυκιά υπέροχη γεύση και σφιχτή, κρουστή σάρκα. Υπέροχα στις σαλάτες αλλά και στις πίτες του καλοκαιριού.
Thursday, 10 May 2007
Νούμπουλο φουμικάδο
Το νούμπουλο είναι παραδοσιακός κερκυραϊκός μεζές. Είναι άριστης ποιότητος και αποτελείται από χοιρινό κόντρα φιλέτο ολόκληρο, αλατισμένο και πασπαλισμένο παντού με πιπέρι, περασμένο σε έντερο και καπνισμένο σε φωτιά με λεπτά ξύλα και πολλά αρωματικά κλαριά: φασκόμηλο, φλησκούνι ξερό, σχοίνο, δάφνη, μυρτιά, μολοχάνθια, ρίγανη και φλούδα από αμύγδαλα.
Nombolo Ιταλικά
Nombolo Ιταλικά
Friday, 4 May 2007
Μουσταρδέλαιο
Λάδι απο κόκκους μουστάρδας. Εχει έντονη οσμή σαν αυτή του λάχανου και μία καρυδένια γεύση.
Χρησιμοποιείται στην Ινδία και στο Μπαγκλαντές για τηγάνισμα, ενώ στις ΗΠΑ, Καναδά και ΕΕ θεωρείται ακατάλληλο για ανθρώπινη βρώση.
Χρησιμοποιείται στην Ινδία και στο Μπαγκλαντές για τηγάνισμα, ενώ στις ΗΠΑ, Καναδά και ΕΕ θεωρείται ακατάλληλο για ανθρώπινη βρώση.
Αραβοσιτέλαιο
Παράγεται απο τους καρπούς του αραβόσιτου. Είναι πολύ πλούσιο σε πολυακόρεστα και αρκετά σε μονο ακόρεστα. Χαρακτηριστικό είναι το χρυσαφί του χρώμα. Χρησιμοποιείται κυρώς για τηγάνισμα και για τη δημιουργία της μαργαρίνης.
Παρθένο ελαιόλαδο
Εχει σχεδόν τα ίδια χαρακτηριστικά με το εξαιρετικό παρθένο, αλλά η οξύτητα του κυμαίνεται από 1,1% ως 2%.
Εξαιρετικά Παρθένο Ελαιόλαδο
Είναι ο φιλτραρισμένος φυσικός χυμός της ελιάς με τέλειο άρωμα και γεύση και με οξύτητα που δεν ξεπερνά το 1%.
Ελαιόλαδο
Το ελαιόδενδρο ή η λεγόμενη "ελιά" είναι δένδρο αειθαλές που ευδοκιμεί σε ξηροθερμικές περιοχές. Είναι ένα από τα λιγοστά δέντρα που ακόμη και σε πετρώδη και άγονα εδάφη, μπορεί να παράγει καρπό. Eχει ως κύρια χαρακτηριστικά του, την μακροζωία και την διατήρηση της παραγωγικότητας.
Παραγωγή
Η συγκομιδή του καρπού μπορεί να γίνει με τους ακόλουθους τρόπους:
1. Μετά από φυσιολογική πτώση.
2. Με ραβδισμό.
3. Με μηχανήματα.
4. Με χημικά παρασκευάσματα.
Μετά τη συγκομιδή, ο καρπός μεταφέρεται στο ελαιοτριβείο όπου τα βασικά στάδια επεξεργασίας είναι τα εξής:
1. Παραλαβή του καρπού και ζύγισμα.
2. Τροφοδοσία και αποφύλλωση.Το ξεκαθάρισμα των φύλλων είναι απαραίτητο γιατί η σύνθλιψη μεγάλης ποσότητας φύλλων μαζί με τον ελαιόκαρπο προσδίδει πικρή γεύση στο ελαιόλαδο και το εμπλουτίζει σε χλωροφύλλη η ποία επιδρά αρνητικά στη διατήρηση της ποιότητάς του.
3. Πλύσιμο.
4. Σπάσιμο και άλεση.
5. Μάλαξη.
6. Παραλαβή του ελαιόλαδου από την ελαιοζύμη.
7. Τελικός διαχωρισμός και καθαρισμός του ελαιόλαδου.
8. Τυποποίηση.
Ιστορία
Από την αρχαία Ελλάδα έως και σήμερα η ελιά είναι το ιερότερο δέντρο του τόπου μας και συνδέεται άμεσα με την κουλτούρα και τη διατροφή της χώρας μας. Η ιστορία της πρωτογράφτηκε στα παράλια της Μεσογείου και της Μικράς Ασίας. Στην Ελλάδα, οι ρίζες του ιερού δέντρου φτάνουν μέχρι την αρχαιότητα. Η διατροφή, η θρησκεία και η τέχνη των αρχαίων Ελλήνων περιείχαν στοιχεία της ελιάς, το κλαδί της οποίας, χρησιμοποιούταν ως σύμβολο ειρήνης, σοφίας και νίκης. Ακόμα και οι νικητές των Ολυμπιακών Αγώνων έπαιρναν ως έπαθλο για τη νίκη τους ένα κλαδί αγριελιάς (κότινο), ενώ η θεά Αθηνά καθιερώθηκε ως θεά της Αττικής προσφέροντας το δέντρο της ως πηγή πλούτου.
Το ελαιόλαδο που κυκλοφορεί στο εμπόριο είναι συνήθως ένα μίγμα παρθένου και εξευγενισμένου (ραφινέ) ελαιολάδου. Έχει ελαφριά, ευχάριστη γεύση και οσμή, χρώμα ανοικτό κιτρινοπράσινο και η οξύτητά του δεν πρέπει να ξεπερνά το 1,5%.
Olive - Olea europaea sativa
Olive oil
Παραγωγή
Η συγκομιδή του καρπού μπορεί να γίνει με τους ακόλουθους τρόπους:
1. Μετά από φυσιολογική πτώση.
2. Με ραβδισμό.
3. Με μηχανήματα.
4. Με χημικά παρασκευάσματα.
Μετά τη συγκομιδή, ο καρπός μεταφέρεται στο ελαιοτριβείο όπου τα βασικά στάδια επεξεργασίας είναι τα εξής:
1. Παραλαβή του καρπού και ζύγισμα.
2. Τροφοδοσία και αποφύλλωση.Το ξεκαθάρισμα των φύλλων είναι απαραίτητο γιατί η σύνθλιψη μεγάλης ποσότητας φύλλων μαζί με τον ελαιόκαρπο προσδίδει πικρή γεύση στο ελαιόλαδο και το εμπλουτίζει σε χλωροφύλλη η ποία επιδρά αρνητικά στη διατήρηση της ποιότητάς του.
3. Πλύσιμο.
4. Σπάσιμο και άλεση.
5. Μάλαξη.
6. Παραλαβή του ελαιόλαδου από την ελαιοζύμη.
7. Τελικός διαχωρισμός και καθαρισμός του ελαιόλαδου.
8. Τυποποίηση.
Ιστορία
Από την αρχαία Ελλάδα έως και σήμερα η ελιά είναι το ιερότερο δέντρο του τόπου μας και συνδέεται άμεσα με την κουλτούρα και τη διατροφή της χώρας μας. Η ιστορία της πρωτογράφτηκε στα παράλια της Μεσογείου και της Μικράς Ασίας. Στην Ελλάδα, οι ρίζες του ιερού δέντρου φτάνουν μέχρι την αρχαιότητα. Η διατροφή, η θρησκεία και η τέχνη των αρχαίων Ελλήνων περιείχαν στοιχεία της ελιάς, το κλαδί της οποίας, χρησιμοποιούταν ως σύμβολο ειρήνης, σοφίας και νίκης. Ακόμα και οι νικητές των Ολυμπιακών Αγώνων έπαιρναν ως έπαθλο για τη νίκη τους ένα κλαδί αγριελιάς (κότινο), ενώ η θεά Αθηνά καθιερώθηκε ως θεά της Αττικής προσφέροντας το δέντρο της ως πηγή πλούτου.
Το ελαιόλαδο που κυκλοφορεί στο εμπόριο είναι συνήθως ένα μίγμα παρθένου και εξευγενισμένου (ραφινέ) ελαιολάδου. Έχει ελαφριά, ευχάριστη γεύση και οσμή, χρώμα ανοικτό κιτρινοπράσινο και η οξύτητά του δεν πρέπει να ξεπερνά το 1,5%.
Olive - Olea europaea sativa
Olive oil
Ταμπάσκο
Είναι ένα θαμνώδες φυτό που έχει ύψος έως μισό μέτρο, ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες. Αγαπάει τον ήλιο και τη ζέστη. Τα λουλούδια είναι πρασινό-ασπρα και οι πιπεριές πράσινες στην αρχή, κοκκινίζουν στη διαδρομή και όταν γεμίσουν με σπόρους ζαρώνουν και γίνονται κίτρινες.
Ιστορία
Το ταμπάσκο είναι μία ποικιλία του Τσίλι, το βασικό συστατικό για την περίφημη σάλτσα που είναι πλέον 135 ετών. Το φυτό καλλιεργείτο απο τα μέσα του 19ου αιώνα στο Μεξικό. Το 1848 περίπου μεταφέρθηκε στην Λουίζιάνα όπου παρήχθει και η Σάλτσα Ταμπάσκο που έγινε παγκοσμίως γνωστή και η ζήτησή της ανέβηκε στα ύψη. Αποτέλεσμα καλλιέργειες να επεκταθούν στην Ν. Αμερική και Κολομβία
Μαγειρική
Μαγειρική
Οι κόκκινες πιπεριές συλλέγονται και μετά ή μπαίνουν στα φαγητά ώς έχουν ή γίνονται σκόνη και μετά ανακατεύονται με ξύδι και αλάτι και μετατρέπονται στην γνωστή σάλτσα
tabasco chili - capsicum frutescens
Wednesday, 2 May 2007
Tuesday, 1 May 2007
Σατωμπριάν
Ένα διπλό φιλέτο μοσχαρίσιο, από την καρδιά του φιλέτου. Ψήνεται στη σχάρα και συνήθως αποτελεί πιάτο για δύο άτομα.
Ιστορία : Ονομάστηκε έτσι απο τον συγγραφέα και διπλωμάτη, υποκόμη Francois-Rene de Chateaubriand (1768-1848). Το φιλέτο διαδόθηκε στη γαλλική πρεσβεία του Λονδίνου απο τον μάγειρα του Σατωπριάν Montmirel.
Chateaubriand
Ιστορία : Ονομάστηκε έτσι απο τον συγγραφέα και διπλωμάτη, υποκόμη Francois-Rene de Chateaubriand (1768-1848). Το φιλέτο διαδόθηκε στη γαλλική πρεσβεία του Λονδίνου απο τον μάγειρα του Σατωπριάν Montmirel.
Chateaubriand
Ντώμπ
Ένα γαλλικό φαγητό με κρέας και πλούσια σάλτσα που συνήθως πρώτα μαρινάρεται σε κόκκινο κρασί με σκόρδο, κρεμμύδια, λαχανικά και καρυκεύματα. Μαγειρεύεται μαζί με την μαρινάδα του, στον φούρνο σε ειδικό πήλινο σκεύος με σκέπασμα απ’ όπου πήρε και το όνομά του.
Daube
Ντιάμπλ
Τροφές με πικάντικα καρυκεύματα όπως η μουστάρδα, το ξύδι, η γούστερ σως, το ταμπάσκο ή το πιπέρι καγιέν.
Γαλλική έκφραση a la diable
Γαλλική έκφραση a la diable
Μπανάνα σπλίτ
Μπανάνα ξεφλουδισμένη, κομμένη στη μέση και γεμισμένη με παγωτό βανίλια. Σερβίρεται με τα δύο κομμάτια της μπανάνας ενωμένα μεταξύ τους και γαρνίρεται με σαντιγύ και ψιλοκομμένους ξηρούς καρπούς.
Banana split
Banana split
Σαλέπι
Το Σαλέπι είναι ένα είδος ορχιδέας που φύεται στα βουνά των Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας. Το ρόφημα Σαλέπι παράγεται από τους βολβούς του φυτού.
Ιστορία
Κατά την μυθολογία, ο Όρχις ήταν γιος μιας νύμφης και ενός Σάτυρου, που καταδικάστηκε να γίνει φυτό επειδή βίασε μια ιέρεια στη διάρκεια των Βακχικών μυστηρίων. Ο Θεόφραστος ήταν ο πρώτος που αναφέρθηκε στην αρχαιότητα για τις ορχιδέες και τους έδωσε την ονομασία τους από το σχήμα του βολβού τους. Το σαλέπι είναι γνωστό σαν βότανο από τον Ασκληπιό και τον Ιπποκράτη. Βγαίνει από το σπόρο άγριας ορχιδέας και εικάζεται πως το πήρανε οι Μικρασιάτες μαζί τους όταν φύγανε. Από αυτούς το έμαθαν οι Τούρκοι, ενώ πολλοί από εμάς πιστεύουμε πως είναι τουρκικό ρόφημα.
Παλιά, οι γιατροί θεράπευαν με βότανα και το σαλέπι το χρησιμοποιούσαν σαν φαρμακευτικό βότανο για το λαιμό, το στομάχι, το άσθμα και το κρυολόγημα. Υπάρχουν πολλά είδη, όπως της Πίνδου ή το τούρκικο σαλέπι. Το θερμαντικό πιοτό, αφέψημα ή ρόφημα, παρασκευάζεται όταν οι ξηροί κόνδυλοι (ρίζες) αλέθονται και η σκόνη τους βράζεται με ζάχαρη ή μέλι. Είναι μαλακτικό πιοτό διαδεδομένο ιδιαίτερα στην Ανατολή και οι άραβες το προφέρουν σάχλεμπ. Το σαλέπι είναι ρόφημα εύγευστο, ευκολοχώνευτο, μαλακτικό, χαλαρωτικό και βοηθά στην ανακούφιση του βήχα, των βρογχικών, του άσθματος κ.λπ.
Παλιά, οι γιατροί θεράπευαν με βότανα και το σαλέπι το χρησιμοποιούσαν σαν φαρμακευτικό βότανο για το λαιμό, το στομάχι, το άσθμα και το κρυολόγημα. Υπάρχουν πολλά είδη, όπως της Πίνδου ή το τούρκικο σαλέπι. Το θερμαντικό πιοτό, αφέψημα ή ρόφημα, παρασκευάζεται όταν οι ξηροί κόνδυλοι (ρίζες) αλέθονται και η σκόνη τους βράζεται με ζάχαρη ή μέλι. Είναι μαλακτικό πιοτό διαδεδομένο ιδιαίτερα στην Ανατολή και οι άραβες το προφέρουν σάχλεμπ. Το σαλέπι είναι ρόφημα εύγευστο, ευκολοχώνευτο, μαλακτικό, χαλαρωτικό και βοηθά στην ανακούφιση του βήχα, των βρογχικών, του άσθματος κ.λπ.
Σήμερα
Το σαλέπι δεν περιέχει συντηρητικά, παρά μόνο διάφορα αρωματικά βότανα και ζάχαρη. Μετά από ειδική επεξεργασία γίνεται στιγμιαίο ρόφημα, αρκεί το νερό που θα προσθέσουμε να είναι βραστό, να κοχλάζει. Για ακόμη καλύτερη γεύση το βράζουμε με λίγο νερό, ότι ακριβώς κάνουμε και για τον ελληνικό καφέ. Επίσης αρωματισμένο με πιπερόριζα (τζίντζερ), κανέλα και μέλι πίνεται ώς μαλακτικό, για τα κρύα του χειμώνα. Συνηθιζόταν πολύ έτσι στη Θεσσαλία και στην Ηπειρο. Το καλοκαίρι το διάλυμμα αυτό άμα κρυώσει μπορεί να προσφερθεί μαζί με μία βυσσινάδα ως αναψυκτικό. Η τριμμένη του ρίζα χρησιμοποιείται ευρέως στη ζαχαροπλαστική, στη δημιουργία παγωτών.
Το σαλέπι δεν περιέχει συντηρητικά, παρά μόνο διάφορα αρωματικά βότανα και ζάχαρη. Μετά από ειδική επεξεργασία γίνεται στιγμιαίο ρόφημα, αρκεί το νερό που θα προσθέσουμε να είναι βραστό, να κοχλάζει. Για ακόμη καλύτερη γεύση το βράζουμε με λίγο νερό, ότι ακριβώς κάνουμε και για τον ελληνικό καφέ. Επίσης αρωματισμένο με πιπερόριζα (τζίντζερ), κανέλα και μέλι πίνεται ώς μαλακτικό, για τα κρύα του χειμώνα. Συνηθιζόταν πολύ έτσι στη Θεσσαλία και στην Ηπειρο. Το καλοκαίρι το διάλυμμα αυτό άμα κρυώσει μπορεί να προσφερθεί μαζί με μία βυσσινάδα ως αναψυκτικό. Η τριμμένη του ρίζα χρησιμοποιείται ευρέως στη ζαχαροπλαστική, στη δημιουργία παγωτών.
Αλλες ονομασίες, Σερνικοβότανο, Αλογονουρά
Early purple orchid - Orchis mascula - Ορχις ο γραπτός
Family Orchidaceae
Subscribe to:
Posts (Atom)
ΠΗΓΕΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ
- Fish base
- Hungry
- Molecular Gastronomy
- Oxford Food
- The Return of the Naked Chef JAMIE OLIVER
- ΒΑΡΟΥΛΚΟ χρώματα, αρωματα και γεύσεις
- Βιβλία της Μυρσίνης Λαμπράκη
- Εγκυκλοπαίδεια Britannica
- μαγerrata
- Μείζον΅Ελληνικό Λεξικό
- Συνταγές & Ιστορίες της Αγλαϊας Κρεμέζη
- Συνταγές της Παρέας
- Τα γαστριμαργικάανάλεκτα του κυρίου Schott
- Το Χρυσό Αλφαβητάρι της Γεύσης, Κ. Σαμαρτζής
- Φυτολογία
- ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Ευρετήριο Εκδόσεις Ερμής
Blog Archive
-
▼
2007
(535)
-
▼
May
(69)
- Πασπάλισμα
- Ναβαρέν
- Μπράντυ μπάτερ
- Μαχαίρι του Σέφ
- Μαχαίρια διάφορα
- Ρύζι για ρυζότο
- Ρατατούϊγ
- Παστελαρία
- Πιπεράντ
- Παπαρδέλες
- Παρμαντιέ
- Πανετόνε
- Πανέ
- Παλμιέ
- Γούστερ σώς
- Βούτυρο Ντέβιλ
- Νταριόλ
- Οσσο Μπούκο
- Μαχαίρι Παλέτ
- Τσάτνει
- Πακόρας
- Πιμιέντο
- Πιμέντο
- Ολ σπάϊς
- Ξύσμα
- Ντεγκορζέ
- Παέγια
- Πάβλοβα
- Μπραντάντ μπακαλιάρου
- Σάλτσα Μπολονέζ
- Κοκότ
- Κοκ ω βεν
- Α λ' Αλσασιέν
- Σάλτσα ανταλούζ
- Σάλτσα μουσκεταίρ
- Μπανκέτα
- Μπουρδέτο
- Σαμπρέ
- Συκομαϊδα
- Τσιτσιμπύρα
- Φουσίλι
- Φριγαδέλια
- Σαβόρο
- Σοφρίτο
- Ριγκατόνι 4 τυριά
- Ριγκατόνι
- Πορπέτες
- Παστιτσάδα
- Π.Ο.Π
- Νούντλς
- Αμαρέτι
- Αγιόλι
- Φουά γκρά
- Ντοματάκια Κρήτης
- Νούμπουλο φουμικάδο
- Μουσταρδέλαιο
- Αραβοσιτέλαιο
- Παρθένο ελαιόλαδο
- Εξαιρετικά Παρθένο Ελαιόλαδο
- Ελαιόλαδο
- Ταμπάσκο
- Παστουρμάς
- Σατωμπριάν
- Ντώμπ
- Ντιάμπλ
- Μπανάνα σπλίτ
- Αλογονουρά
- Σερνικοβότανο
- Σαλέπι
-
▼
May
(69)