Iστορία : Το όνομα iceberg προέρχεται απο τον τροπο με τον οποιο το συγκεκριμμένο μαρούλι εχει μεταφερθεί στις ΗΠΑ. Τη δεκαετία του 1920 τα βαγονια των τραίνων καλύπτονταν από ένα στρώμα πάγου, κάνοντας τα να μοιάζουν με παγόβουνα.
ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ
- Σάλτσα Supreme
- A l' Africaine
- A l' Algerienne
- A l' Anversoise
- A l' Orientale
- A la Basqquaise
- A la Beauharnais
- A la Biarrotte
- A la Boulangere
- A la bourguignonne
- A la Brabanconne
- A la Bretonne
- a la cart
- A la Catalane
- A la Chilienne
- A la Conti
- A la Cussy
- A la favourite
- A la Fermiere
- A la Forestiere
- A la Hongroise
- A la Jardiniere
- A la Languedocienne
- A la Limousine
- A la Lyonnaise
- A la Maraichere
- A la Marocaine
- A la Parisienne
- A la Portugaise
- A la Printaniere
- A la Romaine
- A la Tyrolienne
- A la Valenciennes
- A point
- Agnellotti
- Al dente
- Ale
- Amande de mer
- Anchoiade
- Aperitif
- Bacon
- Baked Alaska
- Ballotine
- Baron
- Basquaise
- Bavaroise
- Bearnaise
- Beignet
- Belle Helene
- Beluga caviar
- Bien cuit
- Black pudding
- Boxty
- Bric
- Brioche
- Brouschettes
- Brunoise
- Brunswick salad
- Bugatini
- Caesar's salad
- Calissons
- Campanelle
- Cannelloni
- Cappelleti
- Casareccia
- Celeriac
- Celery
- Cepes
- Chablis
- Chanterelle
- Chantilly
- Chapatti
- Charlotte
- Chateaubriand
- Chemizer
- Chicory
- Chiffonnade
- Chilli
- Chilli sauce
- Chinois
- Chipolata
- Choucroute
- Choux
- chutney
- Ciboulette
- Civet
- Cointreau
- Conchglie
- Conchglie
- Coquilles Saint Jack
- Creme brule
- Danablu
- Dauphinoise
- Deglacer
- Demi sel
- Dijonais
- Dip
- Du cru
- Farfalle
- Fenalar
- Fettuccini
- Feuilletage
- Fish balls
- Flageolet
- Flan
- Florentine
- Focaccia
- Fois gras
- Fond
- Fontina
- Fortune cookies
- Frangipani
- Fricassee
- Fritot
- Frittata
- Fumet
- Fusili con buco
- Fusilli
- Gateau Saint Jack
- Genovesini
- Ginger
- Goujon
- Gravlax
- Gravy
- Green Goddess
- Hachis parmentier
- Harissa
- Harvey sauce
- High tea
- Hot dog
- iceberg
- Icing
- Jambalaya
- Jambon
- Kaνελέ
- Kirsch
- Ladyfingers
- Liaison
- Linzetorte
- Mafalde
- Mirepoix
- Mixed grill
- Mousse
- Mozartkugeln
- Mαρινάδα
- Mαρινάδα
- Nidi
- Norwegian omelette
- Osietra caviar
- Paesana
- Panade
- pancake
- Panetone
- Panzanella
- Paprika
- Paris-Brest
- Pate braise
- Pate de choux
- Paupiette
- Peach Melba
- Penne
- Perigord truffle
- Persillade
- Petit four
- Philadelphia
- Picalilli
- Picanha
- Picanha
- Pommes dauphine
- Pop corn
- Porridge
- Pot au feu
- Pot au feu
- Poulieze
- Poutaneska
- Pre sale
- Profiterole
- Prosciutto
- Ptized black truffle
- Pumpernickel
- Quenelles
- Radiatori
- Radicchio
- Ragout
- Ratatouille
- Ravioli
- Reblochon
- Ricotta
- Rissole
- Robusta
- Roquefort
- Rosette
- Rouille
- Roux
- Saffron
- Sally Lunn
- Saltimbocca
- Sambals
- Sambuca
- Samosas
- Sangria
- Sashimi
- Saucisse
- Sauternes
- Savarin
- Seviche
- Sevruga caviar
- Shortbread
- Sorbet
- Soy sauce
- Sponge cake
- Strudel
- Subric
- Sukiyaki
- Sur la plat
- Sushi
- Syllabub
- Tabasco sauce
- Tabbuleh
- Table d'hote
- Tapas
- Tapenade
- Tarok
- Tart tatin
- Tartare
- Teriyaki
- Terrine
- Tiramisu
- Tortellini
- Tortillas
- Tourner
- Trifola
- Trinity
- Truffle
- V.Q.P.R.D.
- Waldorf salad
- White truffle
- White truffle
- Α λ' αλσασιέν
- Α λα
- Α λα αματριτσιάνα
- Α λα γκρέκ
- Α λα λυοναίζ
- Α λα μενιέρ
- Α λα πρινσές
- Α λα προβενσάλ
- Αmuse-bouche
- Αβγοτάραχο
- Αγγλικές μουστάρδες
- Αγιάδα
- Αγιολί
- Αγκάρ
- Αγουαρδιέττε
- Αγουρο κρασί
- Αγριόπρασο
- Αεριούχα κρασιά
- Ακανές
- Ακροκώλιο
- Ακτινίδιο
- Αλ ντέντε
- Αλ' αθενιέν
- Αλ' αμερικέν
- Αλ' ορόρ
- Αλάσκα ψημένη
- Αλιβάρβαρα
- Αλισίβα
- Αλιφώνι
- Αλμη
- Αλμπονδίγας
- Αλογονουρά
- Αλουσιά
- Αμαρέτι
- Αμαρέττο
- Αμερικάνικη μουστάρδα
- Αμυγδαλόγαλο
- Αμυγδαλόπαστα
- Αμύγδαλα ασπρισμένα
- Αμύγδαλα εφιλέ
- Αν κρούτ
- Ανάβω
- Αναρή
- Ανδράκλα
- Ανεβατό
- Ανηθος
- Ανθότυρο
- Ανισο το τράγιο
- Αντιπάστο
- Αντρεκότ
- Αντρεκότ Λυωναίζ
- Απεριτίφ
- Αραβοσιτέλαιο
- Αρμεξιά Ανδρου
- Αρμόγαλο Σάμου
- Αρσενικό Νάξου
- Αρωματικά χόρτα
- Ασιέτ ανγκλαίζ
- Ασκαλώνιο
- Ασκόλυμπρος
- Ασπικ
- Ασπρη μουστάρδα
- Ασπρη τρούφα
- Αυγα Benedict
- Αυγοκόβω
- Αυγολέμονο
- Αφρώδη κρασιά
- Αφτούδια
- Αχνίζω
- Αχνισμα
- Βάτος
- Βαλάνες
- Βανίλια
- Βασιλικός
- Βελάνισσα
- Βερμιτσέλι
- Βινεγκρέτ
- Βισιρίδα
- Βισσισουάζ
- Βλάχος
- Βλήτα
- Βλαχοτύρι
- Βολ ω βαν
- Βολάκι
- Βούτυρο demi sel
- Βούτυρο κλαριφιέ
- Βούτυρο Ντεβιλ
- Βρούβες
- Γάις
- Γάλα ζαχαρούχο
- Γάλα μακράς διαρκείας
- Γάλα μη παστεριωμένο
- Γάλα παστεριωμένο
- Γάλα σε σκόνη
- Γάλα συμπυκνωμένο
- Γάστρος
- Γένι του λαγού
- Γαλλικές σούπες
- Γαλοτύρι
- Γαρίφαλλο
- Γαρδούμπα
- Γερμανικές μουστάρδες
- Γιαπράκια
- Γιαχνί
- Γιδοτύρι
- Γιομίδια
- Γιορτή
- Γιουβέτσι
- Γιουβαρλάκια
- Γιουφκά
- Γκάμπο
- Γκίζα
- Γκαβόψαρα
- Γκαράμ μαζάλα
- Γκασπάτσο
- Γκιούλμπασι
- Γκοργκονζόλα
- Γκούλας
- Γκρίλ
- Γκρατέν
- Γκρατινάρω
- Γκρατιναρισμα
- Γκόγκες
- Γλάσο
- Γλασάρω
- Γλιστρίδα
- Γλυκάνισο
- Γλυκο Φούλ
- Γλυκό κρασί
- Γλυκόζη
- Γούστερ σώς
- Γρέντζος
- Γραβιέρα Αγράφων
- Γραβιέρα Κρήτης
- Γραβιέρα Νάξου
- Γραβιέρα Τήνου
- Γρανίτα
- Γρεναδίνη
- Γυλωμένο
- Δέσιμο
- Δαφνόφυλλα
- Δενδρολίβανο
- Διαυγάζω
- Δυόσμος
- Είδη μοσχαρίσιου φιλέτου
- Εκλέρ
- Ελαιόλαδο
- Ελαϊκή
- Εμουλσιόν
- Ενζυματική Αμαύρωση
- Εντράδα
- Εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο
- Επιτραπέζια κρασιά
- Ερυθρωπός οίνος
- Ερυθρός οίνος
- Εσκαλιβάδα
- Ζάχαρη Ντεμεράρα
- Ζαμπαλιόνε
- Ζαμπόν
- Ζαπλαρίκος
- Ζαφορά
- Ζεμάτισμα
- Ζιλαδιά
- Ζοχός
- Ζούλα βραστή
- Ζυλιέν
- Ζωμός
- Ημίξηρο κρασί
- Ημιαφρωδες κρασί
- Ημιγλυκο κρασί
- Ησυχο κρασί
- Θηλυκοτύρι Νάμου
- Θρούμπι
- Θυμάρι
- Ινδικές πίκλες
- Ιρλανδέζικο στιφάδο
- Ισλί
- Ιταλικές μουστάρδες
- Κάππαρη
- Κάρδαμο
- Κάστερ πάουντερ
- Κέτσαπ
- Κέφαλος
- Καβουρδίζω
- Καβουρμάς
- Καζάν ντιμπί
- Καθούρα
- Κακκαβιά
- Καλαθάκι
- Καλβαντός
- Καλκάνι
- Καλτσούνια
- Κανέλλα
- Καναπεδάκια
- Κανελλόνια
- Καπάκι
- Καπονάτα
- Καπόνι
- Καπόνι (κότα)
- Καρέμ
- Καρίνα
- Καραμέλα
- Καραμελέ
- Καρμπονάρα
- Καρπάτσιο
- Καρυδόψιχα
- Καρύκευμα
- Κασάτα
- Κασάτο παγωτό
- Κασέρι
- Κασουλέ
- Κατσικίσιο τυρί Μετσόβου
- Καυκαλήθρες
- Καφές ρομπούστα
- Κεμπαπ
- Κεφίρ
- Κεφαλογραβιέρα
- Κεφαλοτύρι
- Κιλότο
- Κιμάς αρνίσιος
- Κιμάς μοσχαρίσιος
- Κιμάς χοιρινός
- Κιουι
- Κιρς
- Κις
- Κλαφουτί
- Κλωτσοτύρι
- Κοκ α λικι σούπα
- κοκ ω βεν
- Κοκίγ
- Κοκορέτσι
- κοκότ
- Κολοκάσι
- Κολομπίνα
- Κολοπίμπιρι
- Κολοχτύπα
- Κονκασέ
- Κονκασέ
- Κονσομέ
- Κονφί
- Κορίανδρος ή Κόλιανδρος
- Κορν φλάουρ
- Κοσέρ
- Κοτετσίνο
- Κοτολέτα
- Κοτόπουλο βιολογικής εκτροφής
- Κοτόπουλο εκτροφής
- Κοτόπουλο νανάκι
- Κοτόπουλο παραδοσιακής εκτροφής
- Κουαντρό
- Κουλιμπιάκ
- Κουμ κουάτ
- Κουρ-μπουγιόν
- Κουρκουμάς
- Κουρκουτσέλια
- Κουσκούς
- Κουτβαράς
- Κούκος
- Κούπ
- Κούπες
- Κράκερ
- Κρέας γενικά (κομμάτια)
- Κρέμα royal
- Κρέμα μπαβαρουάζ
- Κρέμα πατισερί
- Κρέπες
- Κρίταμο
- Κραπφεν
- Κρασί
- Κρασί chambre
- Κρεμόριο
- Κρεπάζ
- Κρεπινέτες
- Κρεόλ
- Κροκ μεσιε
- Κροκ μεσιε
- Κροκέτα
- Κροκανμπους
- Κροστίνι
- Κρουστάντ
- Κρουτόν
- Κρόκος Κοζάνης
- Κρόν
- Κόμπλερ
- Κόντρα φιλέτο
- Κόπα
- Κόρν μπίφ
- Κύμινο
- Λάιμ
- Λάνγκ ντε σά
- Λάπα
- Λάπαθα ή Λάπατα
- Λάρδωμα
- Λαγοτό
- Λαγόχορτο
- Λαδοτύρι Ζακύνθου
- Λαζάνια
- Λαιμός
- Λακέρδα
- Λαρντόν
- Λαυκίνος
- Λευκός οίνος
- Λιαστές ντομάτες
- Λιπαρίτης
- Λουκάνικα Φρανκφούρτης
- Λουκούμια
- Λούπινο
- Λούτζα
- Μάγκνα Κάουντα
- Μάντολες
- Μάραθος
- Μάφιν
- Μαγιάτικο
- Μαγιονέζα
- Μαγκίρι
- Μακαρόν
- Μαλάκα
- Μαλιγκατάνι
- Μαλλιά αγγέλου
- Μαλοσόλ
- Μανέστρα μπούρου-μπούρου
- Μανούρα
- Μανούρι
- Μαντί
- Μαντζουράνα
- Μαντλέν
- Μαντολάτο
- Μαπλ
- Μαρέγκα
- Μαρίζ
- Μαραίνω
- Μαρενγκό
- Μαρζιπάν
- Μαρινάδα
- Μαρινάρα
- Μαρινάρισμα
- Μαρσαλα
- Μασεντουάν
- Μασκαρπόνε
- Μαστέλο Χίου
- Ματελότ
- Ματινιόν
- Μαχαίρι Παλέτ
- Μαχαίρι του Σέφ
- Μαχαίρια
- Μαϊντανός
- Μαύρη μουστάρδα
- Μελάνζ
- Μελίχλωρο
- Μελισσόχορτο
- Μελμπά
- Μενού
- Μενού α λα κάρτ
- Μετσοβέλα
- Μετσοβόνε
- Μηλίτης
- Μιλανέζ
- Μιλφέιγ
- Μινεστρόνε
- Μιξτ γκρίλ
- Μιρεπουά
- Μορνέ
- Μορχέλλες
- Μοσκοβίτ
- Μοσχάρι Γουέλιγκτον
- Μοσχοκάρυδο
- Μοτσαρέλα
- Μους
- Μουσκοβάντο
- Μουστάρδα
- Μουστάρδα de Meaux
- Μουστάρδα serf
- Μουστάρδα διαίτης (dietsenf)
- Μουστάρδα ζένφ
- Μουστάρδα Πουάβρ βερ
- Μουστάρδα του Bordeaux
- Μουσταρδέλαιο
- Μούλιασμα
- Μούλιασμα
- Μούς
- Μπάγκελ
- Μπάγκνα-Κάουντα
- Μπάντζος
- Μπέικον
- Μπέλ Ελέν
- Μπέν Μαρί
- Μπέρ μανιέ
- Μπέϊκιν πάουντερ
- Μπίσκ
- Μπαβαρουάζ
- Μπαγκέττα
- Μπαζίνα
- Μπακαλιάρος Μπιάνκο
- Μπακλαβάς
- Μπαλοτίν
- Μπαλσάμικο ξύδι
- Μπανάνα σπλίτ
- Μπανκέτα
- Μπαρκέτ
- Μπαρόν
- Μπασκέζ
- Μπατζίσιο
- Μπενιέ
- Μπερναίζ
- Μπεσαμέλ
- Μπιεν κουϊ
- Μπιριάνι
- Μπιρμπιλόνια
- Μπισκότα
- Μπισκότα Garibaldi
- Μπισκότα Σαμπλέ
- Μπλίνι
- Μπλανκέτ
- Μπλατσάρα
- Μπλουγούρι
- Μπολίτο μίστο
- Μπουγιαμπέσα
- Μπουγκατίνι
- Μπουκέ γκαρνί
- Μπουντέν
- Μπουρδέτο
- Μπουρντούνι
- Μπουσέ
- Μπουσκαϊόλα
- Μπουσκαϊόλα
- Μπουφές
- Μπράντυ μπάτερ
- Μπράουνις
- Μπρί
- Μπραιζέ
- Μπραντάδ
- Μπραντάντ
- Μπρεζάολα
- Μπριζέ
- Μπριός
- Μπρουσκέττες
- Μπρυλέ
- Μπρυνουάζ
- Μπύρα Bitter
- Μπύρα Bock
- Μπύρα Lager
- Μπύρα Pilsner (Pils)
- Μπύρα Stout
- Μυζήθρα
- Μυλοκόπι
- Μυξινάρι
- Μυρωδικά και μπαχαρικά
- Μυτάτο
- Νori
- Ναβαρέν
- Ναπέ
- Ναπολιτάνα
- Νατυρ
- Νισεστές
- Νιόκι
- Νιόκος
- Νουά
- Νουγκά
- Νουγκατίνα
- Νούμπουλο
- Νούντλς
- Ντάκος
- Ντάμπλινγκς
- Ντίπ
- Νταναμπλού
- Νταριόλ
- Νταρτουά
- Ντεγκιστασιόν
- Ντεγκορζέ
- Ντηξέλ
- Ντιάμπλ
- Ντιζονέ
- Ντολμάς
- Ντοματάκια Κρήτης
- Ντρέσσινγκ
- Ντυξέλ
- Ντυσές
- Ντωφινουαζ
- Ντώμπ
- Ξίγαλα Σητείας
- Ξαίνω
- Ξινομυτζήθρα
- Ξινό Τζιάς
- Ξύδι απο μηλίτη
- Ξύδι απο ρύζι
- Ξύδι απο σέρι
- Ξύσμα
- Ογκρατέν
- Ολ σπάις
- Ορετσιέττι
- Ορντέβρ
- Οσσο μπούκο
- Π.Ο.Π
- Πάβλοβα
- Πάνκεικ
- Πάνκεικ
- Πάπρικα
- Πάπρικα
- Πάστωμα
- Πέννες
- Πέστο
- Πέστο
- Πίγκα
- Πίκλες μουστάρδας
- Πίτσα καπριτσιόζα
- Πίτσα Μαργαρίτα
- Πίτσα Μαρινάρα
- Πίτσα μαρινάρα
- Παέγια
- Πακόρας
- Παλαμίδα
- Παλμιέ
- Παλμιέ
- Παμπερνίκελ
- Πανάδα
- Πανάρισμα
- Πανέ
- Πανετόνε
- Πανετόνε
- Πανκέικ
- Πανσέτα
- Παντελής
- Παντεσπάνια
- Παπάγια
- Παπαλίνα
- Παπαρδέλες
- Παπιγιότ
- Παρθένο ελαιόλαδο
- Παρμαντιέ
- Παρμεζάνα
- Παρμεζάνα
- Πασά λουκούμ
- Πασπάλισμα
- Παστελαρία
- Παστιτσάδα
- Παστουρμάς
- Παστράμι
- Παστρόκιο
- Παστό
- Πατάτες Duchess
- Πατάτες Αννα
- Πατάτες ντοφίν
- Πατάτες ντυσές
- Πατάτες ντωφίν
- Πατισερί
- Πεκορίνο Ρομανο
- Πεπερονάτα
- Πεπερόνι
- Περγαμόντο
- Περσιγιάντ
- Περχαροτύρι
- Πεσκανδρίτσα
- Πετρωτό
- Πεϊζάνα
- Πηκτίνη
- Πηχτή
- Πηχτόγαλο
- Πικάρισμα
- Πικάτα
- Πιμέντο
- Πιμιέντο
- Πιπέρι
- Πιπερόριζα
- Πιροσκί
- Πισαλαντιέρ
- Πιστού
- Πλευρώτους
- Πλιγούρι
- Πολέντα
- Ποντίκι
- Ποπ κορν
- Ποπιέτα
- Πορπέτες
- Πορτογαλλικές σούπες
- Ποσάρω
- Ποσέ
- Ποτ ο φέ
- Πουλιέζε
- Πουτανέσκα
- Πρέντζα
- Πρεσαλέ
- Προβάτσες
- Προσούτο
- Προφιτερόλ
- Πτι φούρ
- Πόντς
- Πόσσιας
- Ράγιες
- Ρίγανη
- Ραβιόλια
- Ραδίκι του βράχου
- Ραντίτσιο
- Ραντιατόρι
- Ρατατούιγ
- Ρατατούιγ
- Ραταφιά
- Ραχατ λουκούμ
- Ρεμουλαν
- Ρεμπλοσόν
- Ρετσίνα
- Ριγκατόνι
- Ριγκατόνι 4 τυριά
- Ρικότα
- Ρισόλ
- Ροζέ κρασί
- Ροκφόρ
- Ροσόλι
- Ρουίγ
- Ρού
- Ρούμ μπαμπά
- Ρυζότο
- Ρόστ μπίφ
- Ρύζι Arborio
- Ρύζι parboiled
- Ρύζι για ρυζόττο
- Ρύζι Καρολίνα
- Ρύζι μπασμάτι
- Ρύζι νυχάκι
- Ρύζι-μπίζι
- Ρώσικη Σαλάτα
- Σάλτσα Chasseur
- Σάλτσα coulis
- Σάλτσα Cumberland
- Σάλτσα Gribiche
- Σάλτσα Louis
- Σάλτσα Reform
- Σάλτσα Verde
- Σάλτσα α λα φορεστιέρ
- Σάλτσα ανταλούζ
- Σάλτσα Αραμπιάτα
- Σάλτσα Βελουτέ
- Σάλτσα Εσπανιόλ
- Σάλτσα ματελότ
- Σάλτσα μισελέν
- Σάλτσα Μορνέ
- Σάλτσα μουσκεταίρ
- Σάλτσα Μπεαρναίζ
- Σάλτσα μπεσαμέλ
- Σάλτσα Μπολονέζ
- Σάλτσα Μπορντελαίζ
- Σάλτσα Ναπολιταίν
- Σάλτσα νορμάν
- Σάλτσα ντεμι-γκλάς
- Σάλτσα Ολλανταίζ
- Σάλτσα πέστο
- Σάλτσα περιγκέζ
- Σάλτσα Πικάντ
- Σάλτσα Πισαλαντιέρ
- Σάλτσα Πορτουγκίζ
- Σάλτσα πουτανέσκα
- Σάλτσα Προβενσάλ
- Σάλτσα Ραβιγκότ
- Σάλτσα Ρεμουλάν
- Σάλτσα Ρομπερ
- Σάλτσα ρουϊγ
- Σάλτσα Σισιλιέν
- Σάλτσα σόγιας
- Σάλτσα ταρταρ
- Σάλτσα τσίλι
- Σάλτσα χάρβεϊ
- Σάλτσα χαρίσσα
- Σάμαλι
- Σάν Μιχάλη
- Σάντουιτς
- Σέλερι
- Σέπες
- Σέρι
- Σίλαμπαμπ
- Σίρνα
- Σίτεμα
- Σαβαρέν
- Σαβαρέν
- Σαβόρο
- Σακε
- Σαλάδο
- Σαλάτα Brunswick
- Σαλάτα Green Goddess
- Σαλάτα Panzanella
- Σαλάτα Waldorf
- Σαλάτα Νισουάζ
- Σαλάτα του Καίσαρα
- Σαλέπι
- Σαλμί
- Σαλτιμπόκα
- Σαμπούκα
- Σαμπρέ
- Σαμόζας
- Σανγκρία
- Σαντιγύ
- Σαράι λουκούμ
- Σαραγλί
- Σαρλότ
- Σαρλότ ρύς
- Σασίμι
- Σατωμπριάν
- Σαφράν
- Σεβίς
- Σεκέρ παρέ
- Σεμιζάρισμα
- Σεν Ονορέ
- Σερνικοβότανο
- Σησαμέλαιο
- Σιβέ
- Σικορέ
- Σιμπουκουκίρα
- Σιμπουλέ
- Σινουά
- Σιρόν
- Σιτάκα
- Σιφονάντ
- Σκαλοπίνια
- Σκιός
- Σκοτύρι Ιου
- Σκόλυμος
- Σκόρδο
- Σμόργκασμπροντ
- Σομελιέ
- Σορμπέ
- Σορτμπρεντ
- Σοσίς
- Σοτέρν
- Σουκιγιάκι
- Σουκρούτ
- Σουρίμι
- Σουτζούκ λουκουμ
- Σοφρίτο
- Σοφρίτο Λαχανικών
- Σού
- Σούνια
- Σούπα
- Σούπα Borsch
- Σούπα coulis
- Σούσι
- Σπαλομπριτζόλα
- Σπετσοφάϊ
- Στάκα
- Στάλπη
- Στήθος-στηθοπλευρές
- Στίλτον
- Στακοφύσι
- Σταμναγκάθι
- Στουφάδο
- Στραγάλια
- Στραπατσάδα
- Στρογγυλό
- Στρούντελ
- Στύφνος
- Συκομαϊδα
- Συμπρίκ
- Σφολιάτα
- Σχινόπρασσο
- Σχιουφιχτά
- Σωτάρισμα
- Σωτάρω
- Σόγια
- Σύγκλινο
- Τάκος
- Τάπας
- Τάρτα τατέν
- Ταμπάσκο
- Ταμπλ ντ'οτ
- Ταμπουλέ
- Ταντούρι
- Ταούκ Γκιουσού
- Ταπενάντ
- Ταπιόκα
- Ταραξάκο
- Ταρατόρ
- Ταρτάρ
- Ταρόκ
- Ταχίνι
- Τελεμές
- Τεμπάλ
- Τεμπούρα
- Τερίν
- Τεριγιάκι
- Τζίντζερ
- Τζαμπαλάγια
- Τζιντζιμπύρα
- Τινγκολα
- Τιραμισού
- Τορτίγιας
- Τορτελίνια
- Τουλουμοτύρι
- Τουλούμπα
- Τουρνέ
- Τουρνεντό
- Τουρνεντό Ροσσίνι
- Τουτουμάκια
- Τράνς
- Τράϊφλ
- Τρέβλα
- Τρίνιτι
- Τραγάκι
- Τριγωνίσκος ή Τριγωνέλλα
- Τριφτάδες
- Τριφτιλίδια
- Τριφτούδια
- Τρούφα
- Τρούφες
- Τσάγαλο
- Τσάτνεϊ
- Τσάτνυ
- Τσάϊβ
- Τσίλι
- Τσίλι κον κάρνε
- Τσίρος
- Τσακιστή μυζήθρα
- Τσαλαφούτι
- Τσαντερέλ
- Τσαπάτι
- Τσιγαρέλια
- Τσιλίχουρδα
- Τσιπολάτα
- Τσοπστικς
- Τσορίθο
- Τσουκαλόκαυτο
- Τσουκνίδα
- Τυρί βικτώρια
- Τυρί κορφού
- Τυρί Κότατζ
- Τυρί Μασκαρπόνε
- Τυρί μοτσαρέλα
- Τυρί παρμεζάνα
- Τυρί ρικότα
- Τυρί ροκφόρ
- Τυρί Στίλτον
- Τυρι Μοτσαρέλα
- Τυρογλιάτα
- Τυροζούλι
- Τυρόγαλα
- Τόφου
- Φάβα παντρεμένη
- Φάτζ
- Φέτα
- Φαγόπυρο
- Φαλαφελ
- Φαρσί
- Φαρφάλες
- Φαρφάλλες
- Φασκόμηλο
- Φασούγια με πετσαλίνα
- Φασόλια φλαζολέ
- Φατουράδα
- Φεγιετέ
- Φεναλάρ
- Φετουτσίνι
- Φεϊζογιάδα
- Φιγαδέλια
- Φιλέ μινιόν
- Φιλέτο (μόσχου)
- Φιλαδέλφεια
- Φις μπόλς
- Φλάν
- Φλάπζακ
- Φλαμπέ
- Φλομάρια
- Φλωρεντίν
- Φογάτσα
- Φοκάτσια
- Φον
- Φοντί μπουργκινιόν
- Φοντί σαβαγιάρ
- Φοντί, κινέζικη
- Φοντίνα
- Φοντύ
- Φουά γκρά
- Φουσίλι
- Φράτσια
- Φρέντς ντρέσσινγκ
- Φρίτο μίστο
- Φριγαδέλια
- Φρικασέ
- Φρικασέ, ελληνικό
- Φριτάτα
- Φριτούρα
- Φριτό
- Φρουϊ γλασέ
- Φρυγανιά Ζακύνθου
- Φυμέ
- Χάς
- Χαβιάρι
- Χαβιάρι Μαλοσόλ
- Χαβιάρι, κόκκινο
- Χαλούμι
- Χανούμ λουκούμ
- Χλωρό
- Χοιροβότανο
- Χορσράντις
- Χούμους
- Χρένο
- Χριστόψαρο
- Χόνδρος
- Χότ ντογκ
- Ω μπλέ
Monday, 8 June 2009
Gravy
Είδος πηκτού ζωμού που παράγεται απο τους χυμούς που βγαίνουν από ρόστα κρέατα κατά το ψήσιμό τους.
Chutney
Πολτός ελαφρώς αρωματισμένος απο ψιλοκομμένα φρούτα, λαχανικά ή και μυρωδικά. Εχει γλυκιά γεύση και συγχρόνως καυτερή. Χρησιμοποιείται ωμός ή βρασμένος σαν επιτραπέζιο μπαχαρικό ή σάλτσα που προστίθεται με κουτάλι στο πιάτο.
Ιστορία : Κατάγεται απο την Ινδία του 19ου αιώνα. Η δυτική εκδοχή του, είναι με μήλα, κρεμμύδια, σκόρδο, ξύδι, τομάτες, ζάχαρη και μπαχαρικά. Η ανατολίτικη περιέχει συχνά και εξωτικά φρούτα. Η γνωστότερη είναι το τσάτνεϊ με μάνγκο.
Αλ ντέντε
Ορος που χρησιμοποιείτε στα ζυμαρικά και αφορά το σωστό χρόνο βρασίματος, δηλαδή να μένουν "ζωντανά" και όχι να παραβράζουν.
Γαλλικός όρος : Al dente
Γαλλικός όρος : Al dente
Al dente
Ορος που χρησιμοποιείτε στα ζυμαρικά και αφορά το σωστό χρόνο βρασίματος, δηλαδή να μένουν "ζωντανά" και όχι να παραβράζουν.
Saturday, 6 June 2009
Fois gras
Είναι το άρρωστο συκώτι μιάς χήνας ή πάπιας που ταϊζεται με τη βία αρκετές φορές την ημέρα. Βάζουν μέσα στο λαιμό τους ένα μεταλλικό σωλήνα μήκους 20-30 εκατοστών μέχρι το στομάχι, έτσι ώστε να τρώει το πουλί συνέχεια.
Ιστορία : Κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους οι χήνες ταϊζονταν με σύκα και όχι με καλαμπόκι όπως σήμερα. Στην αρχαία Αίγυπτο υποστηρίζεται ότι έτρωγαν φουα γκρά διότι βρέθηκαν παραστάσεις πουλιών να ταϊζονται δια της βίας, μέσα στο τάφο ενός αξιωματούχου της 5ης Δυναστείας.
Φουά γκρά
Είναι το άρρωστο συκώτι μιάς χήνας ή πάπιας που ταϊζεται με τη βία αρκετές φορές την ημέρα. Βάζουν μέσα στο λαιμό τους ένα μεταλλικόσωλήνα μήκους 20-30 εκατοστών μέχρι το στομάχι, έτσι ώστε να τρώει το πουλί συνέχεια.
Γαλλική λέξη : fois gras
Ιστορία : Κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους οι χήνες ταϊζονταν με σύκα και όχι με καλαμπόκι όπως σήμερα. Στην αρχαία Αίγυπτο υποστηρίζεται ότι έτρωγαν φουα γκρά διότι βρέθηκαν παραστάσεις πουλιών να ταϊζονται δια της βίας, μέσα στο τάφο ενός αξιωματούχου της 5ης Δυναστείας.
Γαλλική λέξη : fois gras
Osietra caviar
Αλατισμένα αυγά διαφόρων ειδών οξύρρυγχου.
Το Osietra (Acipenser guldenstaedti), με 50 αυγά ανά γραμμάριο. Εχει γκρίζο έως χρυσαφί χρώμα
Το Osietra (Acipenser guldenstaedti), με 50 αυγά ανά γραμμάριο. Εχει γκρίζο έως χρυσαφί χρώμα
Ιστορία : Το χαβιάρι εισήχθει στη Γαλλία τη δεκαετία του '20 απο 2 Ρώσους, τους αδελφούς Μελκόμ και Μοθγκτσέγκ Πετροσιάν, που εντυπωσιάστηκαν στην αρχή ανακαλύπτοντας ότι η τόο δημοφιλής στη πατρίδα τους λιχουδιά, δεν εύρισκε ανταπόκριση στο Παρίσι. Ετσι όταν οι αδελφοί διοργάνωσαν γευσιγνωσίες χαβιαριού στην Παγκόσμια Εκθεση του Grand Palais το 1925, αναγκάστηκαν να εξοπλίσουν το χώρο με πτυελοδοχεία, για να αντιμετωπίσουν τις αρχικές αντιδράσεις του κοινού.
Beluga caviar
Αλατισμένα αυγά διαφόρων ειδών οξύρρυγχου.
Tο Beluga (Acipenser buso) με 30 αυγά ανά γραμμάριο. Εχει απαλό γκρίζο έως σκούρο γκρίζο χρώμα
Tο Beluga (Acipenser buso) με 30 αυγά ανά γραμμάριο. Εχει απαλό γκρίζο έως σκούρο γκρίζο χρώμα
Ιστορία : Το χαβιάρι εισήχθει στη Γαλλία τη δεκαετία του '20 απο 2 Ρώσους, τους αδελφούςΜελκόμ και Μοθγκτσέγκ Πετροσιάν, που εντυπωσιάστηκαν στην αρχή ανακαλύπτοντας ότι η τόο δημοφιλής στη πατρίδα τους λιχουδιά, δεν εύρισκε ανταπόκριση στο Παρίσι. Ετσι όταν οι αδελφοί διοργάνωσαν γευσιγνωσίες χαβιαριού στην Παγκόσμια Εκθεση του Grand Palais το 1925, αναγκάστηκαν να εξοπλίσουν το χώρο με πτυελοδοχεία, για να αντιμετωπίσουν τις αρχικές αντιδράσεις του κοινού.
Sevruga caviar
Αλατισμένα αυγά διαφόρων ειδών οξύρρυγχου.
Το Sevruga (Acipener stellatus), με 70 αυγά ανά γραμμάριο. Εχει σκούρο γκρίζο χρώμα έως μαύρο.
Το Sevruga (Acipener stellatus), με 70 αυγά ανά γραμμάριο. Εχει σκούρο γκρίζο χρώμα έως μαύρο.
Ιστορία : Το χαβιάρι εισήχθει στη Γαλλία τη δεκαετία του '20 απο 2 Ρώσους, τους αδελφούςΜελκόμ και Μοθγκτσέγκ Πετροσιάν, που εντυπωσιάστηκαν στην αρχή ανακαλύπτοντας ότι η τόο δημοφιλής στη πατρίδα τους λιχουδιά, δεν εύρισκε ανταπόκριση στο Παρίσι. Ετσι όταν οι αδελφοί διοργάνωσαν γευσιγνωσίες χαβιαριού στην Παγκόσμια Εκθεση του Grand Palais το 1925, αναγκάστηκαν να εξοπλίσουν το χώρο με πτυελοδοχεία, για να αντιμετωπίσουν τις αρχικές αντιδράσεις του κοινού.
Χαβιάρι
Αλατισμένα αυγά διαφόρων ειδών οξύρρυγχου.
Οι λάτρεις του είδους θεωρούν ότι το χαβιάρι της Κασπίας θάλασσας είναι το καλύτερο και τα τρ'ια επόμενα είναι
α) Το Beluga (Acipenser buso) με 30 αυγά ανά γραμμάριο. Εχει απαλό γκρίζο έως σκούρο γκρίζο χρώμα
β) Το Osietra (Acipenser guldenstaedti), με 50 αυγά ανά γραμμάριο. Εχει γκρίζο έως χρυσαφί χρώμα και το
γ) Sevruga (Acipener stellatus), με 70 αυγά ανά γραμμάριο. Εχει σκούρο γκρίζο χρώμα έως μαύρο.
Ιστορία : Το χαβιάρι εισήχθει στη Γαλλία τη δεκαετία του '20 απο 2 Ρώσους, τους αδελφούςΜελκόμ και Μοθγκτσέγκ Πετροσιάν, που εντυπωσιάστηκαν στην αρχή ανακαλύπτοντας ότι η τόο δημοφιλής στη πατρίδα τους λιχουδιά, δεν εύρισκε ανταπόκριση στο Παρίσι. Ετσι όταν οι αδελφοί διοργάνωσαν γευσιγνωσίες χαβιαριού στην Παγκόσμια Εκθεση του Grand Palais το 1925, αναγκάστηκαν να εξοπλίσουν το χώρο με πτυελοδοχεία, για να αντιμετωπίσουν τις αρχικές αντιδράσεις του κοινού.
A la favourite
Πιάτο με καρδιές αγκινάρας, πατάτες και σέλινο. Πηγαίνει κυρίως με ψητά, φούρνου ή σχάρας
Γαλλικός όρος
Γαλλικός όρος
A la Conti
Ο όρος αναφέρεται σε φαγητά που είναι μαγειρεμένα με πουρέ απο φακές και μπέηκον μαζί με κρέας, κυρίως κότσι.
Γαλλικός όρος
Γαλλικός όρος
A la Chilienne
Ο όρος σημαίνει ότι το φαγητό είναι παρασκευασμένο "σε στύλ Χιλής". Περιέχει ρύζι και κόκκινες πιπεριές
Γαλλικός όρος
Γαλλικός όρος
A la Catalane
Ο όρος σημαίνει ότι το φαγητό είναι μαγειρεμένο "με το στύλ της Καταλονίας". Υπάρχουν διάφοροι τρόποι παρασκευής τέτοιων πιάτων, ενδεικτικά παραθέτω τρείς: 1) με ντομάτες, κρεμμύδια, ρύζι, φασόλια, πιπεριές και μελιτζάνες, 2) "τουρνεντός" με αγκινάρες και ψητές ντομάτες 3) με νεράντζια και σάλτσα σκόρδου.
Γαλλικός όρος
Γαλλικός όρος
A la Bretonne
Ο όρος σημαίνει ότι το φαγητό είναι μαγειρεμένο "με το στύλ της Βρεττάνης". Αποτελείται απο 1) φρέσκα πράσινα φασόλια, σάλτσα και αρνί 2) απο ψάρια και σάλτσα με γαρίδες, κάππαρη και αγγουράκια τουρσί 3) πουλερικά ή ψάρια με άσπρο κρασί, κρεμώδη σάλτσα μανιταριών που σερβίρονται με σέλινο, πράσα και φασόλια.
Γαλλικός όρος
Γαλλικός όρος
A la Brabanconne
Ο όρος σημαίνει ότι το φαγητό είναι μαγειρεμένο "με το στύλ της πόλεως Brabant (Βελγίου)". Το πιάτο αποτελείται απο λαχανάκια Βρυξελλών, κροκέτες πατάτας, μαζί με κρέμα. Σερβίρεται με αρνί και σάλτσα "Μορνέ".
Γαλλικός όρος
Γαλλικός όρος
A la Bourguignonne
Ορος που σημαίνει ότι το φαγητό είναι μαγειρεμένο "με στύλ Βουργουνδίας". Με σάλτσα κοκκινου κρασιού, μανιτάρια, καραμελωμένα κρεμμυδάκια, μυρωδικά και ίσως μπέικον, μαζί με τηγανιτό ή ψητό μοσχάρι
Γαλλικός όρος
Γαλλικός όρος
A la Boulangere
Ο όρος σημαίνει ότι το φαγητό είναι φτιαγμένο "με το στύλ του φούρναρη". Πρόκειται συνήθως για πιάτα με αρνί/κοτόπουλο/ψάρια ψημένα μαζί με κρεμμύδια και πατάτες.
Ιστορία
Παλιά που τα νοικοκυριά δεν διέθεταν όλα φούρνο, πήγαιναν τα φαγητά σε ταψιά στο γειτονικό τους φούρναρη για να τους τα ψήσει, αφού τελειώσει με το φούρνισμα του ψωμιού.
Γαλλικός όρος
Ιστορία
Παλιά που τα νοικοκυριά δεν διέθεταν όλα φούρνο, πήγαιναν τα φαγητά σε ταψιά στο γειτονικό τους φούρναρη για να τους τα ψήσει, αφού τελειώσει με το φούρνισμα του ψωμιού.
Γαλλικός όρος
A la Biarrotte
O όρος σημαίνει ότι το φαγητό είναι μαγειρεμένο με λευκό κρασί, σάλτσα ντομάτας, μανιτάρια και μελιτζάνες.
Γαλλικός όρος
Γαλλικός όρος
A la Beauharnais
Παραδοσιακός τρόπος σερβιρίσματος μοσχαριού σε κομμάτια με την αντίστοιχη σάλτσα Beauhamais) , ανακατεμένα με ταραξακο (βλέπε ορισμό), πατάτες σε κύβους, γεμιστά μανιτάρια και αγκινάρες
Γαλλικός όρος
Σάλτσα Βeauharnais : είδος σάλτσας τύπου "Μπερνέζ", ανακατεμένη με chevril.
Γαλλικός όρος
Σάλτσα Βeauharnais : είδος σάλτσας τύπου "Μπερνέζ", ανακατεμένη με chevril.
A la Basquaise
Πιάτο με χοιρομέρι, κρεμμυδάκια και πατάτες σαν ενδεικτικά υλικά. O όρος σημαίνει ότι είναι φτιαγμένο σύμφωνα με το στύλ των Βάσκων
Γαλλικός μαγειρικός όρος
Γαλλικός μαγειρικός όρος
A l' Algerienne
Πιάτο με γλυκές πατατοκροκέτες, τομάτες και σκόρδο σαν ενδεικτικά υλικά
Γαλλικός μαγειρικός όρος
Γαλλικός μαγειρικός όρος
A l' Africaine
Πιάτο με μελιτζάνες, πατάτες, αγγούρι και κολοκυθάκια ως ενδεικτικά υλικά
Γαλλικός μαγειρικός όρος
Γαλλικός μαγειρικός όρος
Friday, 5 June 2009
Ινδικές πίκλες
Είναι ένα ιδιαίτερα καρυκευμένο και πικάντικο ορεκτικό. Μικρά κομμάτια απο αγγούρι, φασόλια, κρεμμύδια, κουνουπίδι, κολοκύθι και άλλα ζαρζαβατικά μπαίνουν στην αλμη και αναμειγνύονται με μία σάλτσα φτιαγμένη απο μουστάρδα, ζάχαρη, λευκό ξύδι και αλεύρι. Το χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα του προέρεται απο την πιπερόριζα και τον κουρκουμά που περιέει.
Είναι γνωστές και ώς Picalilly και πίκλες μουστάρδας
Είναι γνωστές και ώς Picalilly και πίκλες μουστάρδας
Πίκλες μουστάρδας
Είναι ένα ιδιαίτερα καρυκευμένο και πικάντικο ορεκτικό. Μικρά κομμάτια απο αγγούρι, φασόλια, κρεμμύδια, κουνουπίδι, κολοκύθι και άλλα ζαρζαβατικά μπαίνουν στην αλμη και αναμειγνύονται με μία σάλτσα φτιαγμένη απο μουστάρδα, ζάχαρη, λευκό ξύδι και αλεύρι. Το χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα του προέρεται απο την πιπερόριζα και τον κουρκουμά που περιέει.
Είναι γνωστό και ώς Picalilli και Ινδικές πίκλες
Piccalilli
Είναι ένα ιδιαίτερα καρυκευμένο και πικάντικο ορεκτικό. Μικρά κομμάτια απο αγγούρι, φασόλια, κρεμμύδια, κουνουπίδι, κολοκύθι και άλλα ζαρζαβατικά μπαίνουν στην αλμη και αναμειγνύονται με μία σάλτσα φτιαγμένη απο μουστάρδα, ζάχαρη, λευκό ξύδι και αλεύρι. Το χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα του προέρεται απο την πιπερόριζα και τον κουρκουμά που περιέει.
Είναι γνωστό και ώς πίκλες μουστάρδας και Ινδικές πίκλες
Panzanella
Σαλάτα ψωμιού με τομάτες, πιπεριές, αγγούρια, κρεμμύδια, βασιλικό, κάππαρη, αντσούγιες και ελιές
Σαλάτα Panzanella
Σαλάτα ψωμιού με τομάτες, πιπεριές, αγγούρια, κρεμμύδια, βασιλικό, κάππαρη, αντσούγιες και ελιές.
Σαλάτα Cobb
Η σαλάτα αυτή αποτελείται απο γαλοπούλα ή κοτόπουλο με μαρούλι, μπέικον, σφιχτά αυγα, αβοκάντο, τομάτες, τυρί και βινεγκρέτ.
Σαλάτα Brunswick
Σαλάτα με κομματάκια λουκάνικου με τομάτα, ξύσμα μήλου, πράσινα φασολάκια και αγγουράκια τουρσί, περιχυμένη με μαϊντανό και βινεγκρέτ.
Σαλάτα Green Goddess
Είδος σαλάτας με μαρούλι, αντίδια, φρέσκα κρεμμυδάκια, γαρύφαλλα και αντσούγιες, ξύδι με εστραγκόν και μαγιονέζα, γαρνιρισμέη με κοτόπουλο, καβουρόψυα ή και γαρίδες.
Σαλάτα Waldorf
Ανάμεικτη σαλάτα με μήλα, χυμό λεμονιού, σέλινο, καρύδια, δεμένη με αραιή μαγιονέζα.
Ιστορία: Η σαλάτα φέρετε να είναι δημιουργία του Osar Michel Tschirky, maitre του ξενοδοχείου της Νέας Υόρκης Waldorf Astoria, για ένα ειδικό δείπνο του 1896.
Waldorf Salad
Ανάμεικτη σαλάτα με μήλα, χυμό λεμονιού, σέλινο, καρύδια, δεμένη με αραιή μαγιονέζα.
Ιστορία: Η σαλάτα φέρετε να είναι δημιουργία του Osar Michel Tschirky, maitre του ξενοδοχείου της Νέας Υόρκης Waldorf Astoria, για ένα ειδικό δείπνο του 1896.
Green Goddess
Είδος σαλάτας με μαρούλι, αντίδια, φρέσκα κρεμμυδάκια, γαρύφαλλα και αντσούγιες, ξύδι με εστραγκόν και μαγιονέζα, γαρνιρισμέη με κοτόπουλο, καβουρόψυα ή και γαρίδες.
Brunswick salad
Σαλάτα με κομματάκια λουκάνικου με τομάτα, ξύσμα μήλου, πράσινα φασολάκια και αγγουράκια τουρσί, περιχυμένη με μαϊντανό και βινεγκρέτ.
Ρώσικη σαλάτα
Μείγμα απο βραστές πατάτες κομμένες σε κύβους με αρακά, καρόττα, πράσινα φασόλια και μαγιονέζα σερβιρισμένα πάνω σε μαρούλι και γαρνιρισμένα με σφιχτά αυγά, αγγουράκια τουρσί και πατζάρια.
Ιστορία.
Η πρώτη ρώσικη σαλάτα ετοιμάσθηκε το 1860 απο τον σέφ του ξενοδοχείου "Ερμιτάζ" της Μόσχας, Lucien Olivier. Η σαλάτα είχε τεράστια επιτυχία και έγινε το σήμα κατατεθέν του ξενοδοχείου, το μυστικό της παρασκευής της καλά φυλαγμένο. Διάφορες προσπάθειες έγιναν ακόμη και απο τους υφιστάμενους του Olivier να αντιγράψουν - κλέψουν τη συνταγή, προσπάθειες που έμειναν άκαρπες ως πρός το αποτέλεσμα. Οταν έκλεισε το ξενοδοχείο "Ερμιτάζ", ο Olivier πούλησε τη συνταγή και τα συστατικά της σε διάφορους εκδότες. Η πρωταρχική συνταγή συμπεριλάμβανε κάποιας μορφής κρύο κρέας, ζαμπόν, μοσχαρίσια γλώσσα ή και φιλέτα ψαριών. Στα μέσα του 20ου αιώνα προσέθεσαν λαχανικά, αστακό, λουκάνικα ακόμη και τρούφες. Η μοντέρνα έκδοση της συνταγής περιλαμβάνει μόνο λαχανικά με μαγιονέζα.
Salad Olivier
Τορτελίνια
Γεμιστά ζυμαρικά πλασμένα σε σχήμα χοντρού δακτυλιδιού. Συνήθως γεμίζονται με μείγμα κρέατος (προσούτο, χοιρινό).
Ιστορία
Κατάγονται απο τη περιοχή Emilia και ιδιαίτερα απο τη Bologna και τη Modena, όπου παραδοσιακά σερβίρονται μέσα σε ζωμό κρέατος ή κοτόπουλου. Για την ιστορία τους πολλοί λένε ότι ένα βράδυ που βρέθηκε σε μία μικρή πόλη, διανυκτέρευση σε ένα πανδοχείο η Λουκρητία Βοργία. Ο ξενοδόχος που ενθουσιάστηκε τόσο απο την ομορφιά της δεν μπόρεσε να κρατηθεί. Πήγε μέχρι το δωμάτιό της και έβαλε το μάτι του στη κλειδαρότρυπα. Δυστυχώς το μόνο που μπόρεσε να δεί ήταν ο αφαλός της γυναίκας, μια που το δωμάτιο φωτίζετο απο ένα κερί μόνο. Η θέα αυτού του μοναδικού κομματιού του κορμιού της εκστασίασε το πανδοχέα που έτρεξε στη κουζίνα του και δημιούργησε τα τορτελλίνια, καθ' εικόνα και ομοίωση του πανέμορφου αυτού αφαλού.
Ιταλικής προέλευσης :Tortellini
Farfalle
Είδος ζυμαρικού σε σχήμα φιόγκου ή πεταλούδας, ιδανικό για σάλτσες ή πιάτα ζυμαρικών σε στρώσεις
Φαρφάλλες
Είδος ζυμαρικού σε σχήμα φιόγκου ή πεταλούδας, ιδανικό για σάλτσες ή πιάτα ζυμαρικών σε στρώσεις
Ιταλικής προέλευσης : Farfalle
Κανελλόνια
Είναι σωλήνες απο ζύμη που γεμίζονται και ψήνονται στο φούρνο σκεπασμένοι με σάλτσα.
Ιταλικής προέλευσης : Cannelloni
Ιταλικής προέλευσης : Cannelloni
Πέννες
Είδoς ζυμαρικού σε σχήμα καλαμιού, κόβονται διαγώνια και έχουν μορφή μικρού σωλήνα
Ιταλικής προέλευσης : Penne
Penne
Είδος ζυμαρικού σε σχήμα καλαμιού, κόβονται διαγώνια και έχουν μορφή μικρού σωλήνα
Ιταλικής προέλευσης
Ιταλικής προέλευσης
Mirepoix
Είναι ένας συνδυασμός κύβων λαχανικών (σέλινο-κρεμμύδι-καρόττο) και μερικές φορές κρέατος (μπέικον ή ζαμπόν) που σωτάρονται ελαφρά και χρησιμοποιούνται ως γαρνιτούρα ή ως αρωματικά σε σάλτσες.
Ιστορία : Το όνομα προέρχεται μάλλον απο τον Γάλλο πρέσβη του 18ου αιώνα Charles de Levis, Δούκα του Mirepoix
Boxty
Είδος πατατόψωμου φτιαγμένο απο αλεύρι, πουρέ πατάτας και ωμή πατάτα. Παρασκευάζεται τη Πρωτοχρονιά και στο Halloween απο τα Ιρλανδικά νοικοκυριά.
Ονομασία στα Ιρλανδικά Bacstai
Norwegian omelette
Είδος επιδόρπιου που αποτελείται απο μία σπογγώδη βάση π. χ παντεσπάνι το οποίο σκεπάζεται απο παγωτό, μετά απο ψημένη στο φούρνο μαρέγκα. Το μυστικό της συνταγής είναι ότι ο αέρας που παγιδεύεται μέσα στη μαρέγκα προστατεύει το παγωτό απο τη θερμότητα του φούρνου, την ίδια στιγμή που η μαρέγκα και η βάση παντεσπάνι πάνω στην οποία έχει τοποθετηθεί το παγωτό, ροδίζουν. Ονομάζεται και Αλάσκα Ψημένη
Αγγλική Ονομασία :Baked Alaska Αλλες ονομασίες :- Omelette á la norvégienne,Norwegian omelette,Omelette surprise, andglace au four.
Baked Alaska
Είδος επιδόρπιου που αποτελείται απο μία σπογγώδη βάση π. χ παντεσπάνι το οποίο σκεπάζεται απο παγωτό, μετά απο ψημένη στο φούρνο μαρέγκα. Το μυστικό της συνταγής είναι ότι ο αέρας που παγιδεύεται μέσα στη μαρέγκα προστατεύει το παγωτό απο τη θερμότητα του φούρνου, την ίδια στιγμή που η μαρέγκα και η βάση παντεσπάνι πάνω στην οποία έχει τοποθετηθεί το παγωτό, ροδίζουν.
Αγγλική Ονομασία :Baked Alaska
Αλλες ονομασίες :- Omelette á la norvégienne,Norwegian omelette,Omelette surprise, andglace au four.
Αλάσκα ψημένη
Είδος επιδόρπιου που αποτελείται απο μία σπογγώδη βάση π. χ παντεσπάνι το οποίο σκεπάζεται απο παγωτό, μετά απο ψημένη στο φούρνο μαρέγκα. Το μυστικό της συνταγής είναι ότι ο αέρας που παγιδεύεται μέσα στη μαρέγκα προστατεύει το παγωτό απο τη θερμότητα του φούρνου, την ίδια στιγμή που η μαρέγκα και η βάση παντεσπάνι πάνω στην οποία έχει τοποθετηθεί το παγωτό, ροδίζουν.
Αγγλική Ονομασία :Baked Alaska
Αλλες ονομασίες :- Omelette á la norvégienne, Norwegian omelette, Omelette surprise, and
glace au four.
Tuesday, 2 June 2009
Peach Melba
Μαντλέν
Μικρό αφράτο γλυκό σε οβάλ φορμάκι.
Ιστορία : Το όνομά του το πήρε απο τη Γαλλίδα γαστρονόμο του 19ου αιώνα Madeleine Paulmier και τη λογοτεχνική του καταξίωση στον Μαρσέλ Προύστ.
Ιστορία : Το όνομά του το πήρε απο τη Γαλλίδα γαστρονόμο του 19ου αιώνα Madeleine Paulmier και τη λογοτεχνική του καταξίωση στον Μαρσέλ Προύστ.
Μπισκότα Garibaldi
Subscribe to:
Posts (Atom)
ΠΗΓΕΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ
- Fish base
- Hungry
- Molecular Gastronomy
- Oxford Food
- The Return of the Naked Chef JAMIE OLIVER
- ΒΑΡΟΥΛΚΟ χρώματα, αρωματα και γεύσεις
- Βιβλία της Μυρσίνης Λαμπράκη
- Εγκυκλοπαίδεια Britannica
- μαγerrata
- Μείζον΅Ελληνικό Λεξικό
- Συνταγές & Ιστορίες της Αγλαϊας Κρεμέζη
- Συνταγές της Παρέας
- Τα γαστριμαργικάανάλεκτα του κυρίου Schott
- Το Χρυσό Αλφαβητάρι της Γεύσης, Κ. Σαμαρτζής
- Φυτολογία
- ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Ευρετήριο Εκδόσεις Ερμής
Blog Archive
-
▼
2009
(305)
-
▼
June
(101)
- Iceberg
- Gravy
- Icing
- Ladyfingers
- Chutney
- Αλ ντέντε
- Al dente
- Fois gras
- Φουά γκρά
- Osietra caviar
- Beluga caviar
- Sevruga caviar
- Χαβιάρι
- Σάλτσα Verde
- Σάλτσα Reform
- Σάλτσα Cumberland
- Σάλτσα Chasseur
- A la Valenciennes
- A la Tyrolienne
- A la Romaine
- A la Printaniere
- A la Portugaise
- A la Parisienne
- A l' Orientale
- A la Marocaine
- A la Maraichere
- A la Lyonnaise
- A la Limousine
- A la Languedocienne
- A la Jardiniere
- A la Hongroise
- A la Forestiere
- A la Fermiere
- A la favourite
- A la Cussy
- A la Conti
- A la Chilienne
- A la Catalane
- A la Bretonne
- A la Brabanconne
- A la Bourguignonne
- A la Boulangere
- A la Biarrotte
- A la Beauharnais
- A la Basquaise
- A l' Anverroise
- A l' Algerienne
- A l' Africaine
- Ινδικές πίκλες
- Πίκλες μουστάρδας
- Piccalilli
- Panzanella
- Σαλάτα Panzanella
- Σαλάτα Cobb
- Σαλάτα Brunswick
- Σαλάτα Green Goddess
- Σαλάτα Waldorf
- Waldorf Salad
- Green Goddess
- Brunswick salad
- Ρώσικη σαλάτα
- Mafalde
- Tortellini
- Τορτελίνια
- Casareccia
- Cappelleti
- Campanelle
- Ravioli
- Ραβιόλια
- Conchiglie
- Fettuccini
- Φετουτσίνι
- Agnellotti
- Genovesini
- Radiatori
- Ραντιατόρι
- Fusili con buco
- Nidi
- Μπουγκατίνι
- Bugatini
- Farfalle
- Φαρφάλλες
- Κανελλόνια
- Cannelloni
- Πέννες
- Penne
- Φουσίλι
- Fusilli
- Mirepoix
- Boxty
- Norwegian omelette
- Baked Alaska
- Αλάσκα ψημένη
- Peach Melba
- Μαντλέν
- Μπισκότα Garibaldi
- Sally Lunn
- Σάντουιτς
- Mozartkugeln
- Τυρόγαλα
-
▼
June
(101)